Οι Καλιφορνέζοι indie-rockers Calexico αποτελούν μια σταθερή αξία στο παγκόσμιο μουσικό στερέωμα, έχοντας κατορθώσει τα 23 χρόνια της ύπαρξης τους να αποκτήσουν μια σταθερή fanbase σ’ όλο τον κόσμο κι ιδιαίτερα με το ελληνικό κοινό, αφού το latin – pop attitude, η ανάλαφρη διάθεσή τους και το “εκλεπτυσμένο” – καλλιεργημένο στιλ τους, ν’ αποτελεί ένα ιδιαίτερα ελκυστικό πακέτο για ένα ευρύτερο φάσμα κόσμου.
Το ένατο album τους – “The Thread That Keeps U”, που κυκλοφορεί από τα τέλη Ιανουαρίου, κινείται όπως και ο προκάτοχός του (“Edge of the Sun” – 2015) σε υψηλά standards παραγωγής, συνθέσεων και στιχουργικής. Η ιδιαιτερότητα όμως του συγκεκριμένου πονήματος είναι ότι αποτελεί ένα ηχητικό αμάλγαμα των Calexico της εικοσαετούς δισκογραφίας τους, αποσύροντας όμως από το κάδρο το έντονο latin ύφος τους, που θα το συναντήσουμε αυτούσιο κι ακέραιο μόνο, στο εξαιρετικό “Flores y Tamales”.
Οι συνθέσεις χαρακτηρίζονται από απλότητα στο ύφος, αλλά οι Calexico, στην πλέον ώριμη φάση τους, παραδίδουν μαθήματα ενορχήστρωσης, για το πώς το απλό μπορεί να διαφέρει μίλια από το απλοϊκό και να αναδεχθεί σ’ ένα εύηχο κι ολοκληρωμένο μουσικό αποτέλεσμα.
Στα δεκαπέντε τραγούδια που απαρτίζουν το “The Thread That Keeps U”, το αχώριστο δίδυμο Joey Burns και John Convertino, αναδεικνύουν περισσότερο τα indie rock/pop και πολλές φορές μια με μια χαρακτηριστική desert – rock χροιά στα πιο κοφτά “ηλεκτρισμένα” τους riff, ιδιαίτερα στα πρώτα κομμάτια του album.
Ένα στοιχείο που αποτελεί σήμα κατατεθέν τους και συνεχίζουν να το εξασκούν με περισσή αφοσίωση και δεξιοτεχνία είναι η στιχουργική τους ικανότητα, που χαρακτηρίζεται από ένα μοναδικό αφηγηματικό τρόπο. Μικρές ιστορίες για τους απανταχού κατατρεγμένους που κυνηγούν το όνειρο μιας καλύτερης ζωής, διασχίζοντας σύνορα κι αναζητώντας ένα μέλλον. Η αφήγηση αγγίζει και θέματα περιβαλλοντικής καταστροφής, μ’ ένα τρόπο που ξεφεύγει από τα “δριμύ κατηγορώ” και τον οξύ καταγγελτικό λόγο, αλλά αποκρυσταλλώνεται σε ήπιους τόνους, ως Calexico δηλαδή.
“Running through fields of flowers and smoke, leaving behind all that we’ve built,” τραγουδούν στο “Voices in the Field”, και “My focus was blurred as the world became consumed,” στο προσωπικό μου αγαπημένο “Bridge to Nowhere”, καταρρίπτοντας ακόμα μια φορά ότι η επανάσταση στον τρόπο σκέψης πρέπει να γίνεται με κρότο και φασαρία, φανερώνοντας την απαράμιλλη δυναμική που μπορεί να κρύβουν στον πιο “ανάλαφρο” ήχο τους.
Το album χωρίζεται σε δύο μέρη και τα 15 τραγούδια που το απαρτίζουν ακολουθούν στην αρχή πιο up – tempo και ζωηρή διάθεση μέχρι το “Another Space”, ενώ στη συνέχεια η μπαλάντα κυριαρχεί και οι τόνοι πέφτουν αισθητά. Το γεγονός ότι αποτελείται από τόσες πολλές συνθέσεις, θεωρώ ότι είναι μείον για τη συγκεκριμένη δουλειά, γιατί η συνεχής ακρόαση φτάνει σε ένα peak, στο 8ο με 9ο track και τα επόμενα κομμάτια περνούν σχεδόν απαρατήρητα και πατάμε ασυναίσθητα το pause ή το stop. Αν όμως σε ανύποπτο χρόνο πιάσουμε το album από εκεί που το αφήσαμε, θα διαπιστώσουμε ότι και οι εναπομείνασες συνθέσεις είναι παραπάνω από άξιες προσοχής, ή στο ίδιο υψηλό επίπεδο με τις προηγούμενες.
Συνολικά πρόκειται για μια εξαιρετική δουλειά, αφού το καλιφορνέζικο σχήμα (διατηρώντας αρκετά μέλη από την αρχική του πορεία) φαίνεται πως ακόμα έχει να πει πολλά και δε θα ήταν υπερβολή να αναφέρουμε την κλισέ φράση (που όμως εδώ ταιριάζει γάντι) ότι το “The Thread That Keeps U” τους βρίσκει στο πλέον δημιουργικό και ώριμο momentum της πορείας τους.
673