KINO: “Radio Voltaire”

Δεν νομίζω πως υπήρχε κάποιος που πίστευε πως θα υπήρχε συνέχεια στην ιστορία των Kino, μετά από 13 ολόκληρα χρόνια απουσίας.

Βέβαια, αυτές είναι συχνά οι ιδιαιτερότητες των projects που μοιραία βρίσκονται πάντα στη σκιά των βασικών προτεραιοτήτων των συντελεστών τους.

Οι Kino είναι ουσιαστικά η σύμπραξη του συνθέτη, τραγουδιστή, κιθαρίστα John Mitchell (It Bites, Frost), με τον μπασίστα των Marillion (και Transatlantic), Pete Trewavas. Στο πρώτο τους άλμπουμ, “Picture”, του 2005, είχαν τη σημαντική ενίσχυση του άρχοντα των πλήκτρων John Beck (It Bites), ο οποίος εμφανίζεται πια σαν έκτακτη συμμετοχή, και του ντράμερ των Porcupine Tree, Chris Maitland, που έχει αντικατασταθεί από τον Craig Blundell (Steven Wilson, Frost).

Ελεύθεροι από την πίεση ιδιαίτερων προσδοκιών, όπως ήταν άλλωστε επόμενο με τόσο μακροχρόνια απουσία, δέχονται άμεσα την προτροπή της δισκογραφικής εταιρίας και παρά το περιορισμένο όριο του τριμήνου, το δίδυμο συνεργάζεται αυτόματα και αποτελεσματικά. Το αποτέλεσμα είναι το δεύτερο άλμπουμ τους, μια συλλογή έντεκα αυτόνομων ιστοριών.

Ο τίτλος “Radio Voltaire” συσχετίζεται τόσο με την πειραματική καλλιτεχνική μουσική κολεκτίβα Cabaret Voltaire (περίεργο, αλλά και οι Cabaret Voltaire είχαν σε κυκλοφορία του ’85 τραγούδι με τον τίτλο “Kino”), όσο και με τον Βολταίρο και την επιδίωξη να κατοχυρώσει την ελευθερία της έκφρασης. Ο δίσκος τους είναι μεταφορικά ένας πομπός που μεταφέρει στον ακροατή τη μουσική της απελευθερωμένης από συμβάσεις συνεργασίας αυτών των μουσικών.

Το ύφος και ο ήχος των Kino συμβαδίζουν με τον συνδυασμό των κατευθύνσεων που έχουν τα σχήματα των πρωταγωνιστών τους: αν θέλουμε να συμπυκνώσουμε τις εντυπώσεις και τα συστατικά, ενστικτωδώς θα καταλήγαμε στον προσδιορισμό prog pop. Άλλωστε οι ακροατές που παρακολουθούν με συνέπεια τους Mitchell και Trewavas περιμένουν να ακούσουν μια μουσική που στηρίζεται στη μελωδία, την καθαρότητα και την επιτήδευση στον ήχο, όπως φυσικά και στην έξυπνη, ευέλικτη και απαιτητική εκτελεστική δεινότητα. Όλα αυτά θα τα βρουν στο «ραδιόφωνο» των Kino, ακόμα και αν η δομική τακτική τους είναι αυτή τη φορά πιο άμεση και συνήθως χρονικά συντομότερη.

Μια μελωδική ευδαιμονία και φωτεινότητα χαρακτηρίζουν τη γενική εντύπωση του άλμπουμ, ακόμα και στις πιο χαμηλόφωνες και αργές συνθέσεις: η συγκινητική ηχητική ερημιά του “Idlewild” οικοδομεί σταθερά μια θεραπευτική power pop μπαλάντα, το “Temple Tudor” είναι ένα γαλήνιο, θετικό, απολογητικό απόσπασμα, ενώ το “Warmth of the sun” μεταφέρει μια γλυκιά μουδιασμένη αίσθηση πληρότητας, και το “Keep the faith” την αμεσότητα μιας προτρεπτικής βοήθειας.

Από την άλλη το κυρίως πιάτο είναι οι ρυθμικές συνθέσεις που επιδέξια στέκονται ανάμεσα στις συντεταγμένες του hard rock, του AOR και του ραδιοφωνικού prog, και με την δεξιότητα των μουσικών μας δίνουν τραγούδια πυκνά σε ιδέες αλλά ταυτόχρονα ελκυστικά.

Το ρυθμικό “I don’t know why”, με μια 70’s rock αισθητική υποταγμένη στη διάθεση και το φινίρισμα του ήχου, συντονίζει άμεσα τον ακροατή και με μια υπέροχη μεταστροφή στο μέσο του, πλουτίζει με συναίσθημα και ενδιαφέρον. Το “I won’t break so easily anymore” ορμά από τις power pop αφετηρίες του σε περίτεχνα ξεσπάσματα και διαδοχές που φανερώνουν την καλή διαχείριση της δεδομένης δεξιοτεχνίας τους. Το “Out of time” έχει ίσως το πιο ενδιαφέρον και περιπετειώδες οργανικό μέρος και το αδικούν κάπως οι φωνητικές γραμμές, ενώ το “Grey shapes on concrete fields” είναι άλλο ένα περιεκτικό δείγμα μελωδιών που συνοδεύονται συνετά από πετυχημένες ακολουθίες και έξοχο παίξιμο.

Αν προσθέσει κανείς σε όλα αυτά το γεγονός πως το άλμπουμ ανοίγει και κλείνει ίσως με τα δυνατότερα χαρτιά του, τότε ο λογαριασμός δείχνει πως οι Kino τα κατάφεραν. Το ομότιτλο τραγούδι που ξεκινά με εφέ φωνής από παλιά ραδιοφωνική εκπομπή, είναι μια μεσαίου ρυθμού μελωδική διακήρυξη και απαίτηση στην ελευθερία της έκφρασης με μια ανοιχτή, ανανεωτική εξέλιξη γύρω από το σόλο του Mitchell στο μέσο του τραγουδιού. Το φινάλε του “The silent fighter pilot” (το αγαπημένο του Mitchell στο άλμπουμ) αναδύεται συννεφιασμένο με μια επικείμενη απειλή και αναπλάθει ηχητική μια πολεμική τραγωδία στον αέρα, με μια φόρτιση που κλιμακώνεται σταδιακά και κορυφώνεται στο σόλο, για να σβήσει με τον ήχο της μηχανής του αεροπλάνου.

Οι Kino δεν επανέλαβαν πιστά τις επιταγές του “Picture”, θα συγκινήσουν όμως κυρίως το ίδιο ακροατήριο, για παραπλήσιους λόγους: κρατώντας χαρακτήρα με μικρές εύστοχες προκλήσεις.  

948
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…