Αν και υπάρχουνε από το 2008, οι Panopticon του A. Lunn, πρώην εκ Tennessee και νυν Minnesota δια μέσου Kentucky, έγιναν γνωστοί για το οικολογικό-αναρχικό ατμοσφαιρικό black metal τους μετά το 2012 και κατάφεραν να γίνουν ένα από τα πιο δημοφιλή αλλά και αμφιλεγόμενα γκρουπ της αμερικάνικης μαυρομεταλλικής σκηνής.
Mπάντες που εμπνεύστηκαν από την αμερικάνικη φύση και ιστορία προϋπήρχαν βέβαια, όπως οι βόρειοι σύντροφοι τους Wolves In the Throne Room και Agalloch, αλλά ο Lunn είναι ο πρώτος μουσικός του είδους που συνδύασε επιτυχημένα black metal με αμερικάνικη folk και bluegrass και ταυτόχρονα έβαλε στο χάρτη μια περιοχή που φάνταζε έρημη όσον αφορά το μαυρομέταλλο, το βαθύ νότο και τα Απαλάχια όρη.
Μετά την απρόσμενη επιτυχία του 4ου άλμπουμ τους, “Kentucky”, όπου βρήκαν και στερέωσαν τον ήχο τους, ακολούθησαν αρκετές αξιόλογες κυκλοφορίες όπως τα “Roads to the North”, “Autumn Eternal” και ένα ωραίο split με τους Falls of Rauros, αλλά μου φαίνεται πως με το “The Scars…” πετυχαίνουν τη χρυσή τομή του ήχου τους και ανεβαίνουν ξανά επίπεδο.
Χωρισμένο σε 2 μέρη, ένα δίσκο μελωδικού black metal και ένα δίσκο πιο americana/folk, το διάρκειας 2 ωρών άλμπουμ εξερευνά τις διαφορετικές πλευρές του γκρουπ, την αίσθηση του κυνηγού που διασχίζει το δάσος και την οργή του για την καταστροφή της φύσης με το φρενήρες και άγριο πρώτο μέρος και την σκοτεινή μελαγχολία και ενδοσκόπηση του ερημίτη στο υπνωτικό δεύτερο. Παραδόξως, παρότι το πρώτο μέρος είναι το μεταλλικό, το ακουστικό δεύτερο είναι αυτό που αποδεικνύεται τελικά πιο “black” από τα δύο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υπερτερεί. Μάλλον λειτουργεί σαν λογική συνέχεια της επίθεσης που έχει προηγηθεί, το πεδίο της μάχης άλλωστε είναι πάντα πιο σκοτεινό μετά την αιματοχυσία, όταν το μόνο που σπάει τη σιωπή είναι τα όρνεα.
Χωρίς να ξεφεύγει μουσικά από τις ρίζες του το “The Scars…” συνδυάζει άψογα τα μαθήματα του παρελθόντος και στοιχεία από όλες τις τελευταίες κυκλοφορίες τους ενώ εμπλουτίζει τον ήχο με νέα όργανα όπως dulcimer και guest τραγουδιστές για να αποδώσει ακόμα καλύτερα τις έντονες ανησυχίες του Lunn, ο οποίος την συγκεκριμένη ταραχώδη και δύσκολη περίοδο για τους κατοίκους της χώρας του ύστερου καπιταλισμού προφανώς βρίσκεται σε δημιουργικό οίστρο.
Κατά πόσο θα αποδειχθεί η καλύτερη μέχρι τώρα κυκλοφορία τους θα φανεί στην πορεία, για την ώρα όμως τα προγνωστικά είναι υπέρ, ενδεικτικό το ότι ενώ ο ίδιος ο Lunn δεν έχει στείλει κανένα promo για παρουσίαση οι διθυραμβικές κριτικές όλο και πληθαίνουν. Άψογη κυκλοφορία από μια ξεχωριστή μπάντα που για μένα εκπροσωπεί αυτό που λείπει από μεγάλο μέρος της black σκηνής, πραγματική οργή και πένθος για τον κόσμο γύρω μας, σε αντίθεση με τις κομπλεξικές κραυγές προνομιούχων “σκληρών” αγοριών που ανησυχούν ότι οι εβραιομασόνοι θα τους μικρύνουν το πέος.
Αν σας αρέσει το καλό μαυρομέταλλο, αγοράστε το. Αν σας αρέσει γενικά η καλή σκληρή και ατμοσφαιρική μουσική, αγοράστε το. Αν δεν έχετε λεφτά να στηρίξετε, αντιγράψτε το, η πειρατεία κάνει και αυτή καλό. Συνοδεύεται άρτια με ανάγνωση του “Call of the Wild” (δε ρωτάμε ποιού) ή του “Walden” του H.D. Thoreau, αν και οι πιο τολμηροί ίσως να βρουν (δικαιολογημένα) τον εαυτό τους αντί αυτών να ξεσκονίζει τα “Endgame” του Derrick Jensen.
653