ANGEL OF DAMNATION: “Heathen Witchcraft”

Οι Angel of Damnation κινούνται στο χώρο του κλασσικού Doom. Το συγκρότημα αποτελείται από γνωστές φιγούρες του Underground, τον Avenger (Front Beast, Black Priest of Satan, Exorchism) στις κιθάρες, το rhythm section των Cross Vault (ο drummer Skullsplitter και ο μπασίστας Forcas), και το πολυεργαλείο Gerrit Mutz (Sacred Steel, Battleroar).

Οι Γερμανοί το 2011 κυκλοφόρησαν το “Carnal Philosophy”, το οποίο γέννησε αρκετές προσδοκίες και μετά από καθυστέρηση επτά ολόκληρων χρόνων, λόγω των αμέτρητων projects που συμμετείχε ο Avenger, o νέος δίσκος είναι γεγονός. Οι επιρροές από Black Sabbath και Candlemass στο “Heathen Witchcraft” σίγουρα υπάρχουν, με τους Angel of Damnation να λοξοκοιτούν και στο NWOBHM και να θυμίζουν μπάντες όπως Τhe Lamp of Thoth και ειδικότερα Dawn of Winter.

H προσθήκη των δύο μελών από τους Cross Vault σε συνδυασμό με τα λίγο διαφορετικά φωνητικά του Gerit σε σχέση με το “Carnal Philosophy” (στον προηγούμενο δίσκο ο τρόπος που τραγουδούσε μοιάζει με αυτόν του Scott Reagers των Saint Vitus), προσδίδουν ένα επικό συναίσθημα στο δίσκο. Η παραγωγή σου δίνει την αίσθηση ότι το album έχει γραφτεί live, με τον ήχο να ακολουθεί τα μοντέρνα πρότυπα, χωρίς να ακούγεται ασύμβατος με τις old school ρίζες της μπάντας.

Η θεματολογία παραμένει ίδια, με τους Γερμανούς να μιλάνε για σατανισμό,ανίερες τελετές,μεσαιωνική μαγεία και αποκρυφισμό, με το “Heathen Witchcraft” να αποτελεί ιδανικό soundtrack για παλιές ταινίες τρόμου και ειδικά παραγωγές της Hammer. O δίσκος ξεκινά ιδανικά με το Brimstone Sorcery, που θυμίζει Candlemass και συνεχίζεται με το Dragged to the Torture Wheel, με το έντονο Pentagram Vibe. Τα υπόλοιπα τέσσερα τραγούδια παίζουν στο ίδιο μοτίβο και είναι καλές συνθέσεις.

Το “Heathen Witchcraft” ξεπερνά τον προκάτοχό του, λόγω του ότι είναι πιο επαγγελματικό και με περισσότερη ποικιλία στις συνθέσεις του. Προτείνεται σε όσους αγαπάνε το παλιό καλό Doom Metal.

661
About Πελοπίδας Χελάς 285 Articles
Γεννημένος τη δεκαετία του 80 έφαγε την πετριά με την σκληρή μουσική όταν στη τρυφερή ηλικία των 10, ένας συμμαθητής του από το σχολείο του έγραψε δυο κασέτες που του άλλαξαν όλη τη ζωή. Στη μια κασέτα ήταν γραμμένο το “The Number of the Beast ” και στην άλλη το “Master of Reality ”. Έκτοτε, η μουσική μπήκε για τα καλά στη ζωή του και μπορεί να έχουν περάσει 30 χρόνια, αλλά η καψούρα του για το metal παραμένει αμείωτη. Επίσης λατρεύει το διάβασμα, παίζει μανιωδώς video games και δεν λέει ποτέ όχι για κανα μονάκι σε κάποιο γήπεδο μπάσκετ.