ODD LOGIC: “Last Watch Of The Nightnigale”

Θα δυσκολευτώ αρκετά να ακούσω οποιοδήποτε άλμπουμ των Odd Logic, ή αν προτιμάτε του Sean Thompson, χωρίς να διατρέξει το μυαλό μου μια συγκεκριμένη φράση του: «δεν θα ήθελα τα σάλια των σκυλιών της μουσικής βιομηχανίας να τρέχουν γύρω από το μουσικό μας σπίτι».

Πραγματικά, σε έναν υποθετικό χορό μασκέ μουσικών, θα έδινες στον Sean το κοστούμι του Δον Κιχώτη, χωρίς τον παραμικρό ενδοιασμό. Η προσωπική του περιθωριοποίηση συνεχίζει να είναι αντιστρόφως ανάλογη με την συνθετική και εκτελεστική του ικανότητα. Όπως μας έχει συνηθίσει ως τώρα, επιστρέφει από το ανύπαρκτο, ανεξιχνίαστο και αθόρυβο πουθενά του παράλληλου μουσικού του σύμπαντος να ταράξει ευχάριστα την τυπική μας καθημερινότητα με τον ηρωισμό του.

Δυο χρόνια λοιπόν, μετά το εκπληκτικό “Effigy”, οι αλλαγές συνεχίζουν να ταλανίζουν το πλήρωμα αυτού του ξεχωριστού μουσικού κομήτη, καθώς ο Sean έχει πια απομείνει μόνο με τον ντράμερ Pete Hansonon. Η πληθωρική όμως προσφορά και αφοσίωση των δυο μουσικών είναι παραπάνω από αρκετή για ένα όνομα που λειτουργεί και δημιουργεί με τους δικούς του χρόνους και κανόνες. Το αποτέλεσμα είναι, όπως άλλωστε συνηθίζεται, μια ακόμα πολυτελής και πολύχρωμη ανάπλαση μιας ιστορίας.

Είναι οικείο και δεδομένο πια για όσους φίλους ακολουθούν τα δημιουργήματα του Sean πως κάθε δίσκος των Odd Logic είναι ξεχωριστός και ιδιαίτερος με την ίδια ευκολία που διατηρεί ταυτόχρονα τα χρωμοσώματα του ονόματος. Μια άμεση διαπίστωση στο “Last Watch…” είναι πως έχουν τον πιο εντυπωσιακό ήχο ως σήμερα, με την επιδίωξη του σχηματισμού του να ποντάρει στον όγκο, στη διαύγεια και στον άτυπο πόλεμο ανάμεσα στην ηχητική τρυφερότητα και βία. Σου δίνεται η εντύπωση πως η εμμονή του δημιουργού να σφυρηλατήσει τον ήχο του άλμπουμ τρέχει παράλληλα με τη συνθετική στρυφνότητα που επιδιώκει. Ένα αποκαλυπτικό παράδειγμα είναι το “Of The Nightingale”, περίπου στην καρδιά του άλμπουμ, όπου οι εναλλαγές των εντυπώσεων είναι σχεδόν άμεσα ακραίες και ενισχύονται υπέροχα από τον ήχο.

Ο χάρτης του νέου άλμπουμ συνεχίζει να βρίσκει πηγές έμπνευσης στη φαντασία, το μυστήριο, το σκοτάδι, το υπερφυσικό. Η πληθώρα των τρόπων να αναπλαστεί η ιστορία στο μυαλό του Sean είναι και πάλι υπερβατική και χορταστική. Πέρα από παραγωγός, όντας ο ίδιος κιθαρίστας, μπασίστας, κημπορντίστας και τραγουδιστής, δεν φάνηκε φειδωλός σε κανένα από τα καθήκοντά του. Αν το instrumental “Last Watch”, πέρα από εισόδιο της αφήγησης, αποτελεί και μια ηχητική προειδοποίηση, φαίνεται στις κιθάρες η ευρύτητα της έκφρασης του ανήσυχου μουσικού από την Tacoma. Πιστός στην άνευ ορίων χρήση των ήχων, διατηρεί τον χαρακτήρα του δικού εξεζητημένου progressive metal που χωρά μέσα του στιγμιαίες συγκρουόμενες μεταλλάξεις και περιπετειώδεις διαδρομές. Το μεγαλύτερο παράδειγμα είναι το επίτευγμα του “Boundary Division”, μια ασύγκριτη περιπέτεια 23 λεπτών που παραμένει συμπαγής και ενδιαφέρουσα και κλείνει το νέο κεφάλαιο των Odd Logic με μια αυλαία πληρότητας.

Φυσικά, στο μεταξύ έχει ήδη φροντίσει να προσθέσει στη μεγάλη λίστα των ευγενικών και ποιητικών καταθέσεών του κάποια νέα κεφάλαια του δικού του αναγνωρίσιμου λυρισμού, με τη ρυθμική ευδαιμονία του “Absence” και τις υπέροχες φωνητικές γραμμές, την εύθραυστη ευγένεια του “Garden Of Thorns” που συγκρούεται με ένταση και την αγωνία, την κρυστάλλινη νοσταλγία στο δεύτερο μέρος του “Dreaming In Color”.
Η συνολική εκτίμηση του “Last Watch…” συγκρούεται εντυπωσιακά με την πραγματικότητα πως αποτελεί δουλειά μόλις δυο ανθρώπων, όμως για τους οικείους η έκπληξη είναι μικρότερη καθώς ο έχων τη μερίδα του λέοντος στη δημιουργία του, δεν έχει κρύψει πως αισθάνεται πολύ βολικά να συνθέτει και να ηχογραφεί μουσική στο σπίτι του, μακριά από συμβάσεις, υποχρεώσεις, προγράμματα.

Όσο ο καθημερινός απλός εργαζόμενος άνθρωπος Sean Thompson αφήνει πίσω την πεζότητα, βυθίζεται ξανά στο δικό του home studio, μεταμορφώνεται σε σούπερ ήρωα και πετά με αυτό σε μυστικούς κόσμους που γεννούν πλήθη ήχων και αισθήσεων, εκείνα τα σκυλιά της μουσικής βιομηχανίας θα παραμένουν δεμένα.

Ωραίος τύπος…

https://oddlogicrock.bandcamp.com/album/last-watch-of-the-nightingale

711
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…