“Είμαι μάλλον πολύ αφελής σαν προσωπικότητα, τον περισσότερο καιρό. Το βασικό μου πιστεύω είναι ότι όλοι οι άνθρωποι είναι καλοί.
Είναι ρομαντικό και πιθανά ανόητο, εάν όμως χάσω αυτή μου την εντύπωση, τότε θα χάσω και το όραμα ότι η ζωή είναι καλή. Θα χάσω το όραμα ότι όλο όσα ονειρεύεσαι στη ζωή σου μπορούν να γίνουν πραγματικότητα, εάν πιστεύεις και εργάζεσαι για αυτά.”
Τάδε έφη Ronnie James Dio, πριν από αρκετά χρόνια.
Κάπως έτσι δεν ξεκίνησαν όλοι οι σπουδαίοι άνθρωποι; Με μεγάλη δόση αφέλειας αλλά και νεανικού αυθορμητισμού προσπαθώντας να πραγματοποιήσουν τα όνειρα τους κατέληξαν να γράψουν ιστορία. Εδώ θα επιχειρήσουμε να εξιστορήσουμε την ιστορία ενός εκ των χαρισματικότερων τραγουδιστών που έχουν υπάρξει στη hard rock / heavy metal μουσική.
Ο Ronnie James Dio, ή Ronald James Padavona όπως είναι το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 10 Ιουλίου το 1942 στο Portsmouth, New Hampshire. Μιας και η οικογένεια του είχε ιταλικές ρίζες, ήταν αναμενόμενο ότι ο Dio θα ανατρεφόταν σύμφωνα με τα ρωμαιοκαθολικά πιστεύω, τα οποία όμως δεν ασπάστηκε, μιας και τις εξηγήσεις που έδιναν για διάφορα πράγματα τις έβρισκε ανεπαρκείς.
Η ενασχόληση του με τη μουσική άρχισε σε μικρή ηλικία, όχι όμως ως τραγουδιστής αλλά ως τρομπετίστας, ενώ έχουν κυκλοφορήσει και κάποια singles από rockabilly συγκροτήματα, στα οποία συμμετείχε.
Όταν ο Dio πήγαινε στο γυμνάσιο έγινε μέλος των “The Vegas Kings”, παίζοντας μπάσο. Ο Dio δεν άργησε να καταλάβει ότι η κλίση του ήταν στο τραγούδι, με αποτέλεσμα να γίνει ο τραγουδιστής του συγκροτήματος, το οποίο το μεταξύ είχε μετονομαστεί σε “Ronnie & The Rumblers”, πριν καταλήξουν στο “Ronnie & The Red Caps”.
Η πρώτη τους 7” κυκλοφορία βγήκε το 1958 και περιείχε δυο κομμάτια. Στην πρώτη πλευρά υπήρχε το “Lover” (στο οποίο τραγουδούσε ο αρχικός τραγουδιστής, Billy DeWolfe, με τα φωνητικά του Dio να ακούγονται στο βάθος), ενώ στη δεύτερη πλευρά βρίσκονταν το “Conquest” (όπου ο Dio συμμετείχε παίζοντας τρομπέτα). Το επόμενο τους 7” περιείχε τα “An Angel Is Missing” και “What’d I Say”, στα οποία τραγουδά ο Dio.
Το 1961 ήταν η χρονιά που ο, μέχρι τότε Padavona, υιοθέτησε το όνομα “Dio”, παρμένο από τον Johnny Dio, ο οποίος ήταν μέλος της μαφίας. Την αλλαγή του ονόματος του Dio ακολούθησε και ακόμα μια μετονομασία της μπάντας, η οποία πλέον λεγόταν “Ronnie Dio And The Prophets”. Τα επόμενα έξι χρόνια το συγκρότημα κυκλοφόρησε αρκετά singles, πριν αλλάξει το όνομα του σε “Electric Elves”. Βέβαια και αυτό το όνομα δεν κράτησε για πολύ μιας και δυο χρόνια αργότερα (δηλαδή το 1969) η μπάντα ονομάστηκε “Elf”.
Το 1972 κυκλοφόρησε ο δίσκος “Live At The Bank” υπό το όνομα “The Elves”, και το οποίο περιελάμβανε τραγούδια που είχαν γραφτεί στις προηγούμενες μορφές του συγκροτήματος.
Ο πρώτος και ομώνυμος δίσκος των “Elf” κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά σε παραγωγή των Roger Glover και Ian Paice. Στο δίσκο αυτό ο Dio εκτός από τα φωνητικά εκτελούσε και χρέη μπασίστα.
Στη σύντομη πορεία τους οι “Elf” κυκλοφόρησαν δυο ακόμα δίσκους, το Carolina County Ball (το 1974) και το Trying To Burn the Sun (το 1975).
Το 1974 ο Roger Glover προσκάλεσε τον Dio να συμμετάσχει στον προσωπικό του δίσκο, με τίτλο “The Butterfly Ball and the Grasshopper’s Feast”.
Στην περιοδεία των Deep Purple για το “Burn” οι “Elf” έπαιζαν ως support συγκρότημα. Ο Ritchie Blackmore είχε προσέξει το χαρισματικό τραγουδιστή, και όταν έφυγε από τους Purple αποφάσισε να του προτείνει τη θέση του τραγουδιστή στο νέο συγκρότημα που θα έφτιαχνε.
Το νέο συγκρότημα ονομάστηκε Rainbow και ο πρώτος τους δίσκος με τίτλο “Ritchie Blackmore’s Rainbow” κυκλοφόρησε το 1975.
Αμέσως μετά την κυκλοφορία του δίσκου ο Blackmore απέλυσε όλους τους μουσικούς (οι οποίοι στην ουσία ήταν οι “Elf”), εκτός από τον Dio, και προσέλαβε τους Cozy Powell (τύμπανα), Jimmy Bain (μπάσο) και Tony Carey (πλήκτρα).
Με αυτή τη σύνθεση οι Rainbow μπήκαν στο studio για να ηχογραφήσουν το δεύτερο δίσκο τους, ο οποίος ονομάστηκε “Rising” και κυκλοφόρησε το 1976. Οι συναυλίες που είχαν δώσει μέχρι τότε οι Rainbow τους είχαν δώσει (και όχι άδικα) τη φήμη ενός συγκροτήματος, το οποίο έβρισκε την πραγματική του υπόσταση όταν βρισκόταν στο σανίδι.
Οι Rainbow ηχογράφησαν αρκετές από τις συναυλίες που έδωσαν στα πλαίσια της περιοδείας για το “Rising” και το 1977 κυκλοφόρησε η πρώτη ζωντανή κυκλοφορία του σχήματος, στηνη οποία δόθηκε το απλό αλλά περιεκτικό όνομα “On Stage”.
Η τρίτη δισκογραφική δουλειά των Rainbow (και τελευταία με τον Dio στα φωνητικά) κυκλοφόρησε το 1978 και έφερε τον τίτλο “Long Live Rock ‘n’ Roll”.
Μετά την περιοδεία που ακολούθησε ο Blackmore αποφάσισε να κατευθυνθεί σε πιο εμπορικά μονοπάτια, μακριά από το “sword and sorcery” ύφος που είχαν μέχρι τότε, και για το οποίο κύριος υπεύθυνος, τουλάχιστον για το στιχουργικό μέρος, ήταν ο Dio.
Στην προσπάθεια του αυτή ο Blackmore κάλεσε έναν παλιό του γνώριμο για να τον βοηθήσει. Ο γνώριμος αυτός δεν ήταν άλλος από το μπασίστα των Deep Purple, Roger Glover, στον οποίο ο Blackmore ανέθεσε όχι μόνο την παραγωγή αλλά και τη συγγραφή των στίχων.
Όπως ήταν αναμενόμενο η συγκεκριμένη αλλαγή πλεύσης δε βρήκε σύμφωνο τον Dio, ο οποίος αποφάσισε να αποχωρήσει από τους Rainbow, και να προσχωρήσει στους Black Sabbath, οι οποίοι μόλις είχαν απολύσει τον Ozzy.
Το ενδιαφέρον της υπόθεσης είναι ότι το όνομα του Dio, ως αντικαταστάτη του Ozzy, το έφερε στο τραπέζι η κόρη του manager των Black Sabbath, Sharon Arden, η οποία μετέπειτα έγινε κυρία Osbourne!
Ο Dio επίσημα έγινε μέλος των Black Sabbath τον Ιούνιο του 1979 και το συγκρότημα αμέσως ξεκίνησε να γράφει το υλικό για τον επόμενο δίσκο του. Η είσοδος του Dio στους Sabbath ήταν μια μεγάλη αλλαγή στον ήχο των Sabbath, καθώς ο Dio, εκτός από το διαφορετικό τρόπο τραγουδιού, είχε αρκετές διαφορές στη σκηνική παρουσία σε σχέση με τον προκάτοχο του.
Η περίοδος του Dio στους Sabbath, εκτός από καταπληκτική μουσική, έκανε γνωστή στη metal κοινότητα και τη γνωστή χειρονομία του Dio, η οποία έμενε να ονομάζεται “metal horns”. Το νόημα αυτής της χειρονομίας, την οποία ο Dio χρησιμοποιούσε για να χαιρετίσει το κοινό, ήταν να διώξει το “κακό μάτι”.
Τον Απρίλιο του 1980 κυκλοφόρησε το “Heaven And Hell” σε παραγωγή του Martin Birch. Ο δίσκος γνώρισε μεγάλή επιτυχία, και ήταν ο πιο επιτυχημένος δίσκος των Sabbath Από την εποχή του “Sabotage”.
Στα πλαίσια της προώθησης του δίσκου οι Black Sabbath περιόδευσαν με τους Blue Öyster Cult στην περιοδεία “Black and Blue”. Η συναυλία που έδωσαν στη Νέα Υόρκη μαγνητοσκοπήθηκε και κυκλοφόρησε σε VHS το 1981. Εκτός από τους Blue Öyster Cult οι Black Sabbath μοιράστηκαν τη σκηνή με τους Journey, Cheap Trick και Molly Hatchet (στο sold out στάδιο Memorial Coliseum στο Los Angeles). Ενώ το συγκρότημα βρισκόταν ακόμα σε περιοδεία, η πρώην εταιρεία των Sabbath στην Αγγλία, προφανώς για να επωφεληθεί από επιτυχία του σχήματος, κυκλοφόρησε ένα live δίσκο (Live At Last), ο οποίος είχε ηχογραφηθεί εφτά χρόνια πριν, δηλαδή όταν τραγουδιστής ήταν ακόμα ο Ozzy.
Με την ολοκλήρωση της περιοδείας για το “Heaven and Hell” το Φεβρουάριο του 1981, οι Sabbath ξεκίνησαν να δουλεύουν πάνω στον επόμενο δίσκο τους. Χωρίς πολλές καθυστερήσεις τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς οι Black Sabbath κυκλοφορούν το “Mob Rules”, σε παραγωγή και πάλι του Martin Birch. Παρόλο που ο δίσκος είχε θετική ανταπόκριση από τους οπαδούς του σχήματος, οι κριτικοί ήταν περισσότερο συγκρατημένοι στις αντιδράσεις τους.
Μιας και οι Sabbath δεν ήταν καθόλου με την ποιότητα του “Live At Last”, στο οποίο δεν είχαν την παραμικρή ανάμειξη, αποφάσισαν να κυκλοφορήσουν το “δικό” live δίσκο. Το “Live Evil” ηχογραφήθηκε στην περιοδεία για το “Mob Rules” και κυκλοφόρησε το Δεκέμβριο 1982.
Ο δίσκος αυτός ήταν που έφερε το διχασμό στις τάξεις των Sabbath. Από τη μια ο Iommi και ο Butler, οι οποίοι κατηγορούσαν τον Dio ότι κατά τη διάρκεια της μίξης του δίσκου τρύπωνε στο studio για να αυξήσει την ένταση της φωνής του στο δίσκο.
Από την άλλη ήταν ο Dio, ο οποίος είχε τσαντιστεί με το γεγονός ότι στο δίσκο υπήρχαν περισσότερες φωτογραφίες του Iommi απ’ ότι δικές του.
Ενδιαφέρον έχει να δούμε τι έχουν δηλώσει οι δυο πλευρές. Σύμφωνα με τον Iommi: “Ο Ronnie ήθελε να έχει λόγο σε όλα, κάτι που εκνεύριζε τον Geezer και από εκεί ξεκίνησε το κακό. Το Live Evil ήταν απλά η κορύφωση της κατάστασης. Ο Ronnie ήθελε να κάνει τα δικά του και η μηχανικός ήχου που είχαμε τότε δεν ήξερε τι να κάνει διότι άλλα του ζητάγαμε εμείς και άλλα ο Ronnie. Φτάσαμε στο σημείο να πούμε ‘Φτάνει πια, η μπάντα διαλύεται’.”
Από την άλλη ο Dio δε φαίνεται τόσο διαλλακτικός: “Αρνούμαι να ακούσω το Live Evil διότι έχει ένα σωρό προβλήματα. Αν κοιτάξεις τα credits τα φωνητικά και τα τύμπανα βρίσκονται στην άκρη. Άνοιξες το δίσκος και θα δεις πόσες φωτογραφίες του Iommi υπάρχουν και πόσες δικές μου και του Vinny.”
Όποια και να είναι η αλήθεια, το Νοέμβριο του 1983 ο Dio έφυγε από τους Sabbath (παίρνοντας και τον drummer Vinny Appice μαζί του) προκειμένου να φτιάξει το δικό του συγκρότημα.
Για την ιστορία μόνο να αναφέρουμε ότι όταν κυκλοφόρησε το “Live Evil” επισκιάστηκε από το “Speak Οf Τhe Devil” του Ozzy που είχε κυκλοφορήσει περίπου πέντε μήνες νωρίτερα και περιείχε τραγούδια των Sabbath.
Σύμφωνα με συνέντευξη του Dio (η οποία υπάρχει σε μια από τις επανακυκλοφορίες του “Holy Diver”), δεν ήταν ποτέ στις προθέσεις του να ξεκινήσει σόλο καριέρα. Η πρόθεση του ήταν να φτιάξει ένα νέο συγκρότημα μαζί με τον Appice. Ο λόγος επιλέχθηκε το όνομα “Dio” για το νέο αυτό σχήμα ήταν καθαρά εμπορικός, μιας και το όνομα “Dio” είχε γίνει αρκετά γνωστό.
Η τετράδα Dio, Appice, Vivian Campbell (κιθάρα, τότε Sweet Savage και μετέπειτα Def Leppard) και Jimmy Bain (μπάσο και πλήκτρα) κυκλοφόρησαν το Μάιο του 1983 τον πρώτο δίσκο των “Dio” με τίτλο “Holy Diver”. Το ομώνυμο κομμάτι καθώς και το “Rainbow In The Dark” έγιναν γνωστά και σε άτομα πέρα από τον κύκλο των οπαδών του Dio και σε αυτό έπαιξε μεγάλο ρόλο και το airplay που τους δόθηκε από το MTV.
Με την προσθήκη του Claude Schnell στα πλήκτρα, το συγκρότημα κυκλοφόρησε το δεύτερο δίσκο του τον Ιούλιο τους 1984. Το “The Last in Line” ήταν ο πρώτος δίσκος των Dio που έγινε πλατινένιος, αν και αυτό έγινε τρία χρόνια μετά το 1987.
Με την ίδια σύνθεση οι Dio κυκλοφόρησαν τον Αύγουστο του 1985 τον τρίτο τους δίσκο, με τίτλο “Sacred Heart”. Στην περιοδεία που ακολούθησε για την προώθηση του δίσκου οι Dio είχαν και ένα φαντασμαγορικό show, το οποίο περιλάμβανε πολλά laser, αλλά και έναν μηχανικό δράκο, όπως μπορείτε να διαπιστώσετε και από διάφορα videos εκείνης της εποχής.
Το 1985 αποδείχθηκε ιδιαίτερα πολυάσχολη χρονιά, καθώς εκτός από “Sacred Heart” ο Dio ήταν ο άνθρωπος που ανέλαβε να οργανώσει το “Hear ‘n Aid”. Η ιδέα βέβαια προήλθε από τους Jimmy Bain και Vivian Campbell, όταν αυτοί πήραν μέρος σε έναν φιλανθρωπικό μαραθώνιο που είχε διοργανώσει ο ραδιοφωνικός σταθμός KLOS. Εκεί διαπίστωσαν ότι η συμμετοχή heavy metal μουσικών ήταν ελάχιστη. Βλέποντας παράλληλα την επιτυχία που είχαν άλλες φιλανθρωπικές προσπάθειες μουσικών (το “Do They Know It’s Christmas?” και το “We Are Τhe World”) έριξαν την ιδέα στον Dio να κάνουν κάτι ανάλογο, αλλά με συμμετοχή μόνο heavy metal / hard rock μουσικών. Οι τρεις τους συνέγραψαν το κομμάτι “Stars”.
Στις 20 και 21 Μαΐου του 1985 40 καλλιτέχνες (από συγκροτήματα όπως Judas Priest, Quiet Riot, Dokken, Iron Maiden, Mötley Crüe, Twisted Sister, Queensrÿche, Blue Öyster Cult και Spinal Tap) για να ηχογραφήσουν το δίσκο.
Η πρόθεση του Dio ήταν να κυκλοφορήσει ο δίσκος αμέσως μετά την ηχογράφηση του, όμως προβλήματα με τα συμβόλαια που είχαν πόλοι οι συμμετέχοντες καλλιτέχνες, επέτρεψαν την κυκλοφορία του μόλις την 1η Ιανουαρίου της επόμενης χρονιάς, υποβαθμίζοντας έτσι τη σημασία της όλης κίνησης.
Αφήνοντας το project του “Hear ‘n Aid” και επιστρέφοντας στους Dio θα βρούμε τον Campbell να είναι δυσαρεστημένος με την κατεύθυνση του συγκροτήματος στο “Sacred Heart” και να αποδέχεται την πρόσκληση να γίνει μέλος των Whitesnake.
Αρκετά κομμάτια που είχαν ηχογραφηθεί ζωντανά κατά τη διάρκεια της περιοδείας για το “Sacred Heart” συμπεριλήφθηκαν στο EP “Intermission” που κυκλοφόρησε το 1986. Το studio κομμάτι “Time To Burn”, που επίσης υπήρχε στο EP, παρουσίασε στους οπαδούς των Dio τον καινούργιο κιθαρίστα τους, Craig Goldy (πρώην Giuffria και Rough Cutt).
Τον Ιούλιο του 1987 κυκλοφόρησε ο τέταρτος δίσκος των Dio με τίτλο “Dream Evil”. O δίσκος αυτός ήταν ο τελευταίος δίσκος των Dio για τα 80’s αλλά και για τον Goldy, ο οποίος αποφάσισε να ασχοληθεί με τα προσωπικά του projects.
Ως αντικαταστάτης του Goldy ανακοινώθηκε ο 18χρόνος βρετανός κιθαρίστας Rowan Robertson. Οι αλλαγές στο line up των Dio δε σταματούν εδώ, καθώς οι Schnell, Bain, και Appice αποφασίζουν να αφήσουν το συγκρότημα. Αυτοί αντικαταστάθηκαν από τους Teddy Cook (μπάσο), Jens Johansson (πλήκτρα) και (τον πρώην AC/DC) Simon Wright (τύμπανα).
Με αυτή τη σύνθεση οι Dio κυκλοφόρησαν το Μάιο του 1990 τον επόμενο δίσκο της καριέρας τους, με τίτλο “Lock Up The Wolves”. Κατά τη διάρκεια της περιοδείας που ακολούθησε ο Dio είχε την ευκαιρία να ξαναμιλήσει με τον “Geezer Butler”, κάτι που οδήγησε στην επανείσοδο του Dio στους Sabbath.
Η σύνθεση των Sabbath αυτή την περίοδο διαμορφώθηκε ως εξής: Dio, Appice, Tony Iommi και Geezer Butler. Το “Dehumanizer”, που κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 1992, θεωρείται από πολλούς ως ένας από τους πιο heavy δίσκους των Sabbath, τόσο μουσικά όσο και στιχουργικά. Αν και η σύνθεση των Sabbath είναι η ίδια με αυτή του “Mob Rules”, η μουσική κατεύθυνση είναι τελείως διαφορετική με τα κομμάτια να είναι πια σκοτεινά και πεσιμιστικά. Το “Dehumanizer” είναι και η εμπορική ανάκαμψη των Sabbath, καθώς έφτασε στο νούμερο 40 στα UK Charts και στο νούμερο 44 στο Billboard 200.
Το πείραμα της αναγέννησης των Sabbath με τη συγκεκριμένη σύνθεση έληξε άδοξα όταν ο Iommi πρότεινε οι Sabbath να ανοίξουν τις δυο τελευταίες συναυλίες του Ozzy για το 1992 (η περιοδεία για το “No More Tears” υποτίθεται ότι θα ήταν η τελευταία που θα έκανε ο Ozzy).
Όπως ήταν φυσικό ο Dio δε μπορούσε να δεχθεί κάτι τέτοιο, καθώς θεωρούσε ότι οι Sabbath δε θα έπρεπε να ανοίγουν για κανένα συγκρότημα, πόσο μάλλον για τον αντίζηλο του. Μιας και το συμβόλαιο του Dio με τους Sabbath έληγε με το τέλος της περιοδείας για το “Dehumanizer”, ο Dio αποφάσισε να μην τραγουδήσει στις δυο αυτές συναυλίες.
Ο αντικαταστάτης του Dio για αυτές τις δυο συναυλίες δεν ήταν άλλος από τον Rob Halford των Judas Priest, ο οποίος συμφώνησε να διευκολύνει τους Sabbath, τραγουδώντας για αυτούς, μόνο αν ο Dio ήταν σύμφωνος. O Dio του έδωσε την “άδεια” και οι συναυλίες πραγματοποιήθηκαν. Τη δεύτερη μάλιστα βραδιά οι Iommi, Butler και ο αρχικός drummer των Sabbath Bill Ward ανέβηκαν στη σκηνή μαζί με τον Ozzy και έπαιξαν τέσσερα κομμάτια.
Αφού το πείραμα της επανασύνδεσης των Sabbath με τον ίδιο στα φωνητικά απέτυχε, ο Dio δεν είχε άλλη επιλογή από το να ασχοληθεί με το προσωπικό του σχήμα. Κρατώντας μόνο τον Appice στα τύμπανα η σύνθεση του συγκροτήματος συμπληρώθηκε με τους Tracy G (κιθάρα), Scott Warren (πλήκτρα, Waarant) και Jeff Pilson (μπάσο, Dokken).
Ο πρώτος δίσκος που κυκλοφόρησε με αυτή τη σύνθεση ήταν το “Strange Highways” του 1994, ενώ δυο χρόνια αργότερα ακολούθησε το “Angry Machines”. Και οι δυο δίσκοι φάνηκαν να διχάζουν τους οπαδούς των Dio, καθώς από τη μια υπήρχαν αυτοί που τους θεωρούν ότι χειρότερο έχει ηχογραφήσει ποτέ το συγκρότημα, ενώ από την άλλη δεν ήταν λίγοι αυτοί που είδαν με καλό μάτι την απομάκρυνση από τον ξεπερασμένο (κατά τη γνώμη τους) ήχο των 80’s. Πάντως και οι δυο δίσκοι.
Βλέποντας τις χαμηλές πωλήσεις των δυο αυτών δίσκων το management πίεσε τον Dio να επιστρέψει στον ήχο που τον έκανε αγαπητό στον κόσμο. Και ποιος καλύτερος τρόπος για να επιτευχθεί αυτό από το να επιστρέψει ο Craig Goldy;
Το “Magica” που κυκλοφόρησε το 2000 σηματοδότησε όχι μόνο την επιστροφή του Goldy αλλά και των Simon Wright και Jimmy Bain. Το “Magica” ήταν μια επιστροφή στον κλασικό ήχο των Dio, αν και η έντονη χρήση των πλήκτρων του έδινε μια σύγχρονη αίσθηση. Οι στίχοι του “Magica” βασίζονται στο βιβλίο “The Book Of Magica” και αρχικά είχε σχεδιαστεί έτσι ώστε να είναι το πρώτο μέρος μιας τριλογίας. Λίγο πριν την περιοδεία των “Heaven And Hell” ο Dio είχε δηλώσει ότι μετά το τέλος της περιοδείας θα ξακίναγε να δουλεύει πάνω στα “Magika” 2 και 3.
Στην περιοδεία για την προώθηση του “Magica”, στην οποία χρέη μπασίστα είχε αναλάβει ο Chuck Garric, οι σχέσεις των Dio και Bain με τον Goldy ήταν τεταμένες, εξαιτίας των οικογενειακών υποχρεώσεων που είχε ο τελευταίος.
Ο Goldy τελικά αποχώρησε από το συγκρότημα το 2002 και αντικαταστάθηκε από τον Doug Aldrich, τον οποίο ο Bain είχε γνωρίσει κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων ενός tribute δίσκου στους Metallica.
Ο ένατος δίσκος των Dio “Killing The Dragon” κυκλοφόρησε το 2002 και η αποδοχή που του επιφύλαξαν οι οπαδοί του συγκροτήματος ήταν αρκετά θερμή. Η συνεισφορά του Aldrich σε αυτόν το δίσκο ήταν ελάχιστη, μιας και τα τραγούδια είχαν γραφτεί κυρίως από τους Dio και Bain πριν από την είσοδο του στο συγκρότημα.
Ο Aldrich έμεινε στους Dio μέχρι τον Απρίλιο του 2003, όταν και έφυγε για να ενταχθεί στους Whitesnake, ότι δηλαδή είχε κάνει και ο Campbell λίγα χρόνια πριν. Στη θέση του Aldrich επανήλθε ο Goldy, ενώ λίγο μετά ήρθε η ώρα για τον Bain να φύγει από το συγκρότημα.
Η δέκατη (και όπως τελικά αποδείχθηκε και τελευταία) δισκογραφική δουλειά των Dio κυκλοφόρησε το 2004 με τον τίτλο “Master Of The Moon”. Μπάσο στο δίσκο έπαιξε ο Jeff Pilson, αν και οι υποχρεώσεις που είχε με τους Foreigner δεν του επέτρεψαν να πάρει μέρος στην περιοδεία. Τη θέση σου στις ζωντανές εμφανίσεις πήρε ο Rudy Sarzo (Quiet Riot, Ozzy Osbourne, Whitesnake, Manic Eden). Ένα μέρος της πριοδείας που ακολούθησε (το οποίο ονομάστηκε “An Evening With Dio”) οι Dio έπαιζαν δυο set. Το κανονικό set αποτελούνταν τραγούδια από όλη την πορεία του Dio, ενώ στο δεύτερο έπαιζαν ολόκληρο το “Holy Diver”. Η συναυλία στο Λονδίνο μαγνητοσκοπήθηκε και κυκλοφόρησε σε DVD και CD το 2006.
Ένα χρόνο πριν, το 2005, είχε κυκλοφορήσει ακόμη μια η ζωντανά ηχογραφημένη δουλειά “Evil or Divine – Live In New York City”, η οποία είχε ηχογραφηθεί το 2002 κατά τη διάρκεια της περιοδείας για το “Killing The Dragon”. Το DVD της συγκεκριμένης συναυλία είχε κυκλοφορήσει το 2003. Ο Dio είχε δηλώσει ότι δεν είχε ανάμειξη σε αυτή την κυκλοφορία, μιας και είχε ήδη φύγει από τη δισκογραφική εταιρεία που τον κυκλοφόρησε.
Τον Οκτώβριο του 2005 ο Dio, σε συνέντευξη του στο BBC2, είχε δηλώσει ότι θα συνεργαζόταν ξανά με τον Iommi. Ο Dio επεσήμανε ότι δυο τραγούδια θα ηχογραφούνταν με σκοπό να αποτελέσουν τα bonus κομμάτια σε μια συλλογή, η οποία θα τιτλοφορούνταν “Black Sabbath – The Dio Years”. Ο Iommi, ο οποίος έχει τα διαιώματα για το όνομα “Black Sabbath”, αποφάσισε να ονομάσει αυτό το project “Heaven & Hell”, για να αποφευχθούν συσχετισμού της περιόδου του συγκροτήματος επί Ozzy.
Ο αρχικός drummer των Black Sabbath, Bill Ward, απέρριψε την πρόταση συνεργασίας που του έγινε, επικαλούμενος “μουσικές διαφορές με κάποια από τα υπόλοιπα μέλη”. Ο δρόμος ήταν έτσι ανοιχτός για έναν παλιό γνώριμο, τον Vinny Appice.
Τον Απρίλιο του 2007 κυκλοφόρησε η συλλογή “Black Sabbath – The Dio Years”, η οποία τελικά περιείχε τρία νέα τραγούδια. Οι Heaven N’ Hell είχαν ανακοινώσει ότι θα έβγαιναν σε περιοδεία, η οποία αρχικά είχε ανακοινωθεί ότι θα έβαζε τέλος στο συγκρότημα, καθώς μετά το τέλος της ο καθένας θα ακολουθούσε το δρόμο του. Η συναυλία που έδωσαν οι Heaven N’ Hell στη Νέα Υόρκη κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του 2007 σε DVD και CD.
Τόσο ο Dio όσο και ο Iommi είχαν δηλώσει ότι, παρόλο που και οι δυο ήταν δεσμευμένοι με συμβόλαια σε άλλες υποχρεώσεις, δεν απέρριπταν την προοπτική περαιτέρω συνεργασίας. Η ιδέα της ηχογράφησης ενός νέου δίσκου ως Heaven & Hell προέκυψε κατά τη διαδικασία συγγραφής των νέων τραγουδιών για τη συλλογή “Black Sabbath – The Dio Years”.
Τον Απρίλιο του 2009 κυκλοφόρησε ο πρώτος και τελευταίος δίσκος των Heaven & Hell με τίτλο “The Devil You Know”. Ο δίσκος είχε έτυχε πολύ θετικής ανταπόκρισης και κατάφερε μάλιστα να φθάσει στο νούμερο 8 του Billboard 200 chart, έχοντας πουλήσει 30,000 αντίτυπα. Από τον Μάιο μέχρι τον Αύγουστο του 2009 οι Heaven & Hell ήταν σε περιοδεία για να προωθήσουν το δίσκο έχοντας μαζί τους το συγκρότημα Coheed And Cambria.
Στις 25 Νοεμβρίου του 2009 η γυναίκα και manager του Dio, Wendy, μέσω δελτίου τύπου που εξέδωσε, ανακοίνωσε ότι ο Dio είχε διαγνωσθεί με καρκίνο του στομάχου.
Στις 19 Φεβρουαρίου του 2010 από την επίσημη σελίδα του Dio ανακοινώθηκε η κυκλοφορία του “Tournado Box Set”, το οποίο θα περιλάμβανε, μεταξύ των άλλων, το CD “Killing The Dragon”, το DVD “Evil Οr Divine” καθώς και ένα bonus CD single, με τίτλο “Elektra”, από το δίσκο που ετοίμαζε ο Dio “Magica IΙ”.
Στις 14 Μαρτίου η Wendy Dio εξέδωσε μια ανακοίνωση, σύμφωνα με την οποία η κατάσταση της υγείας του Dio είχε βελτιωθεί αρκετά, μιας και οι χημειοθεραπείες στις οποίες υποβαλλόταν είχαν καταφέρει να συρρικνώσουν τον όγκο. Τα πρώτα ανησυχητικά νέα για τον Dio ήρθαν όταν στις 4 Μαΐου οι Heaven & Hell ανακοίνωσαν ότι όλες οι προγραμματισμένες τους για το καλοκαίρι του 2010 ακυρωνόταν, λόγω της άσχημης κατάστασης της υγείας του Dio.
Δυστυχώς την Κυριακή 16 Μαΐου στις 7:45 ο Dio απεβίωσε. Την ίδια ημέρα στην επίσημη σελίδα του Dio αναρτήθηκε η εξής ανακοίνωση της Wendy: “Σήμερα ράγισε η καρδιά μου, ο Ronnie πέθανε στις 7:45. Πάρα πολλοί φίλοι και συγγενείς είχαν την ευκαιρία να τον αποχαιρετήσουν πριν πεθάνει ειρηνικά. Ο Ronnie ήξερε πόσο αγαπητός ήταν. Είμαστε ευγνώμονες σε όλους σας για την αγάπη και υποστήριξη που μας δείξατε. Να ξέρετε ότι σας αγαπούσε όλους και ότι η μουσική του θα ζει αιώνια.”
Μιας και ξεκινήσαμε αυτό το αφιέρωμα με μια δήλωση του Dio, νομίζω ότι ο καλύτερος τρόπος για να κλείσουμε είναι με ακόμη μια δήλωση του. “Θα παραμείνω για πάντα ο πιτσιρικάς που πήρε την τρομπέτα του, άουσε τον πρώτο rovk n’ roll δίσκο του και είπε «Μια μέρα θα παίζω και εγώ έτσι.» Ο πιτσιρικάς που ανέβηκε στην κορυφή ενός ουρανοξύστη στη Νέα Υόρκη, ενώ ήταν μόλις δεκατριών χρονών, καθώς προσπαθούσε απεγνωσμένα να βρει κάποιον να ακούσει τη μουσική του. Κοίταξε πάνω από την κοιμισμένη πόλη και μονολόγησε «Κάποια μέρα θα μάθετε όλοι σας για εμένα.»” Το είπε και το έκανε.
Trivia
• Το 1980 ο Dio συμμετείχε στο solo δίσκο του Kerry Livgren (ιδρυτικό μέλος και ένα από τους κύριους συνθέτες των Kansas) με τίτλο “Seeds Of Change”, τραγουδώντας στα κομμάτια “To Live For The King” και “Mask Of The Great Deceiver”. Η συμμετοχή του αυτή προκάλεσε μια σχετική ανησυχία στο “χριστιανικό” κοινό του Livgren, καθώς οι Black Sabbath αλλά και οι Dio θεωρούνταν εκείνη την εποχή “σατανικές” μπάντες από αρκετούς χριστιανικούς κύκλους στην Αμερική. Σε συνέντευξη του, ο Dio ξεκαθάρισε ότι δε θεωρούσε το “Seeds Of Change” ως χριστιανικό δίσκο και ότι συμμετείχε σε αυτό ως προσωπική χάρη στον Livgren.
Το 1986 κυκλοφόρησε η ταινία “Iron Eagle”, στο soundtrack της οποίας συμμετείχαν οι Dio με το κομμάτι “Hide In The Rainbow”. Το κομμάτι αυτό δεν είχε κυκλοφορήσει σε κάποιο δίσκο των Dio, παρά μόνο στο “The Dio EP”, που βγήκε το 1986. Το κομμάτι συμπεριλήφθηκε και στη συλλογή “Diamonds” του 1992.
• Όταν ο Dio με τον Appice έψαχναν κιθαρίστα για το συγκρότημα αποφάσισαν να κάνουν ένα τριήμερο ταξίδι στο Λονδίνο (καθότι ο Dio συνήθιζε να δουλεύει με Βρετανούς κιθαρίστες) όπου πέρασαν το χρόνο τους επισκεπτόμενοι σχεδόν όποιο club έβρισκαν μπροστά τους, με αποκορύφωση όταν σε ένα από αυτά κατέληξαν να ακούν ένα reggae συγκρότημα. Στο τέλος τα δυο επικρατέστερα ονόματα ήταν αυτά του John Sykes και του Vivian Campbell, με τον δεύτερο να παίρνει τελικά τη δουλειά.
• Ο Dio έχει δηλώσει ότι κατά τη διάρκεια της θητείας του στους Rainbow εκτός από το σύνολο των στίχων και των μελωδιών της φωνής έχει γράψει και ένα μεγάλο μέρος των rffs!
• Έχοντας ήδη τρεις δίσκους ως Dio και πολλές κυκλοφορίες μα τα προηγούμενα συγκροτήματα στα οποία συμμετείχε το 1986 ο Dio αποφάσισε να βγάλει ένα live δίσκο. Αυτό βρήκε αντίθετη την αμερικάνικη εταιρεία, η οποία ήθελε έναν ακόμη studio δίσκο. Η συμφωνία που τελικά επιτεύχθηκε ήταν να κυκλοφορήσει ένα δίσκος κατά το μεγαλύτερο μέρος του live, ο οποίος θα έπρεπε να είχε οπωσδήποτε και ένα ακυκλοφόρητο κομμάτι. Έτσι κυκλοφόρησε το “Intermission”, το οποίο ο Dio έχει χαρακτηρίσει ως “σκέτο συμβιβασμό και όχι μια ευχάριστη δημιουργία.”
• Όταν μετά την κυκλοφορία του “Dream Evil” ο Goldy έφυγε από το συγκρότημα, χιλιάδες κιθαρίστες ήταν αυτοί που έστειλαν υλικό για να πάρουν τη θέση. Ο Rowan Robertson έστειλε μια βιντεοκασέτα όπου το συγκρότημα του (Shoot The Moon) έπαιζαν ζωντανά το “Last In Line”, κατά τη διάρκεια του οποίου έσπασε μια χορδή από την κιθάρα του. Ο Robertson, διατηρώντας την ψυχραιμία του, κατευθύνθηκε προς τον άλλο κιθαρίστα του συγκροτήματος και τελείωσε το solo με τη δική του κιθάρα.
• Το 1997 ο Dio συμμετείχε στο δίσκο του Pat Boone “In a Metal Mood: No More Mr. Nice Guy”. Ο δίσκος περιείχε γνωστά hard rock και heavy metal κομμάτια παιγμένα σε big band ύφος (ως big band χαρακτηρίζονται σχήματα που αποτελούνται από 12 μέχρι και 25 μουσικούς, ανάμεσα στους οποίους περιλαμβάνονται, οι οποίοι παίζουν όργανα όπως σαξόφωνο, τρομπέτες, τρομπόνια κλπ). Ο Dio τραγούδησε το “Holy Diver”.
• Το 1999 ο Dio (ή καλύτερα μια animated καρικατούρα του) εμφανίστηκε σε ένα επεισόδιο της cartoon σειράς, South Park. Στο επεισόδιο, το οποίο ονομαζόταν Hooked on Monkey Phonics, οι Dio παίζουν ζωντανά το Holy Diver σε ένα σχολικό χορό. Παρόλο που ο χαρακτήρας του R.J.Dio έχει αρκετές ομοιότητες με τον ίδιο, τα υπόλοιπα μέλη του συγκροτήματος παρουσιάζονται ως κλασικοί μεταλλάδες, χωρίς να γίνεται ευθεία αναφορά σε πραγματικά μέλη της μπάντας.
• Το Σεπτέμβριο του 2001 οι Tenacious D (το συγκρότημα του αμερικάνου κωμικού < 1165