Μέρος της λεκτικής επικοινωνίας είναι η υπόσχεση. Είτε εκφέρεται ξεκάθαρα, είτε παραμονεύει υποδορίως από την επιλογή συγκεκριμένων σημείων, βρίσκεται εκεί με σκοπό να διατηρήσει το ενδιαφέρον αμείωτο, ακόμη και να το επάγει, αν πρόκειται περί πρώτης γνωριμίας.
Συχνά, η αρχική μας εντύπωση όταν συναντούμε μια νέα προσωπικότητα είναι και η εγγύτερη στην αληθινή της υπόσταση, με οτιδήποτε συνεπάγεται αυτό. Και οι Pelican δεν έχασαν χρόνο άσκοπα για παιάνες εντυπωσιασμού.
Για την ακρίβεια δεν άρθρωσαν λέξη. Η στιχουργική σιωπή τους, αν και οι ίδιοι παραδέχονται πως δεν ήταν προμελετημένη, τοποθετείται καίρια και διαχρονικά, από το πρώτο τους, άτιτλο (ή ομώνυμο) EP που κυκλοφόρησε 13 χρόνια πριν. Αυτή η έκπληξη παραμένει μέχρι και σήμερα ευχάριστη, καθώς η συνθετική ωριμότητα του συγκροτήματος τους επιτρέπει, μέχρι και σήμερα, να δρασκελίζουν το συνεχές της τέχνης με μία διαχρονική άνεση, όμοιάς της ουδεμία (για την ώρα που γράφω αυτό, τουλάχιστον).
Τούτο ίσως είναι και άμεση απόρροια της έλλειψης φωνητικών, αφού, με την πάροδο του χρόνου, ο μουσικός μπορεί να χάνει μέρος της ωμής δύναμης της πρώτης του νεότητας, αλλά αντισταθμίζει την απώλεια με τη χρήση ανωτέρας τεχνικής που αποκτά μέσω της εμπειρίας και της συνεχούς μελέτης του ίδιου του οργάνου. Όταν όμως το όργανό του εκπορεύεται από το ίδιο του το σώμα, η φθορά είναι μη αναστρέψιμη, όπως στην περίπτωση των φωνητικών, τα οποία σίγουρα είναι η εμπροσθοφυλακή σχεδόν οποιασδήποτε μουσικής κατεύθυνσης. Η οργανική βάση, λοιπόν, της τετράδας από το Ιλλινόι διατηρεί αειθαλές το ηχητικό αποτέλεσμα, δημιουργώντας μια πιο ευανάγνωστη και συνεκτική συνέχεια.
Με αυτόν τον τρόπο εξυπηρετείται και η προσέγγιση των μελών στον τρόπο που αντιλαμβάνονται και διαμορφώνουν τα άλμπουμ τους, τα οποία αποτελούν καλοστημένα και αδιάκοπα ηχητικά οδοιπορικά. Ο Trevor De Brauw, ο κιθαρίστας των Pelican από τον καιρό της δημιουργίας τους δεν αισθάνεται δέσμιος, ούτε την ανάγκη κατηγοριοποίησης από τα διάφορα είδη τα οποία κατά καιρούς έχουν χρησιμοποιηθεί από τα έξω για να εκλογικεύσουν το συνολικό αποτέλεσμα. Τα ηχοτόπια που παρουσιάζονται στα LPs και Eps του συγκροτήματος είναι απαιτητικά, τόσο από άποψη διάθεσης χρόνου όσο και προσοχής.
Μεγάλη συμμετοχή στο τελικό προϊόν που αποτελεί ένα δισκογραφικό πόνημα τους έχουν και τα εξαίρετα εξώφυλλα, φιλοτεχνημένα κατά κόρον από τον πολυάσχολο φίλο του συγκροτήματος, Aaron Turner (Isis, Sumac, καθώς και μυριάδα συμμετοχών, μέρος των οποίων και τα κιθαριστικά του μέρη στο δικό τους “What We All Come To Need”).
Αν και από πολλούς το ντεμπούτο “Australasia” είναι κορυφαίο στη λίστα των κυκλοφοριών τους, εντούτοις, ακόμα και αν θεωρήσουμε πως δεν μπόρεσαν να το ξεπεράσουν (με υποκειμενικά, πάντα, κριτήρια), ποτέ δεν υποχώρησαν σε χαμηλότερο επίπεδο.
Ο εκάστοτε φίλος του συγκροτήματος μπορεί να θέτει δικούς του σταθμούς στη δισκογραφία των Αμερικανών, οπότε και ο υποφαινόμενος διακρίνει μετά περισσής ανέσεως το “What We All Come To Need”, το οποίο κυκλοφόρησε το 2009. Ίσως ο πιο εγκεφαλικός δίσκος τους, γίνεται αντιληπτό από το εμβληματικό εξώφυλλο με την πορφυρή θάλασσα και τους μοναχικούς στύλους πως πρόκειται περί του πιο προσωπικού νόστου στον οποίο το συγκρότημα μπορεί να κατευωδώσει τον ακροατή. Από τις πρώτες νότες του φειδωλά αισιόδοξου “Glimmer” και τον αγώνα του “Ephemeral”, μέχρι την υποταγή του “An Inch Above Sand” και τη συνειδητοποίηση του αναπόφευκτου στο “Final Breath”, το ταξίδι αυτό γίνεται το καύσιμο για να ξεπεραστεί ο σκόπελος της μοναξιάς στην πορεία προς τη σύνδεση με την ξεχασμένη φύση του ανθρώπου και την αρετή της συντροφικότητας, έννοιες παρωχημένες στις σύγχρονες, βιαστικές συνειδήσεις μας.
Πριν από το “Forever Becoming” του 2013 (κυκλοφόρησε φέτος remix, θεωρείται ως η καθοριστική μορφή του από το συγκρότημα) και το μεγάλο διάλειμμα από τις full length κυκλοφορίες για το συγκρότημα μέχρι το φετινό “Nighttime Stories”, αποχώρησε ο Laurent Schroeder-Lebec, ο δεύτερος κιθαρίστας από τη σύλληψη των Pelican, μια κίνηση την οποία οι υπόλοιποι επεξεργάστηκαν συνετά, αντικαθιστώντας τον σε δεύτερο χρόνο με τον Dallas Thomas, ο οποίος διατήρησε τις ισορροπίες.
Μέσα στα χρόνια από το 2012 έως σήμερα, πολλά άλλαξαν στις ζωές των τριών ιδρυτικών μελών, καθώς ο ρόλος του γονέα άλλαξε ριζικά την αντίληψή τους όσον αφορά την τέχνη τους. Τα “Ataraxia/Taraxis” και “The Cliff” EPs τους το αποτυπώνουν αυτό.
Δίχως να χάσουν την κινητικότητα και μελετώντας τα σημεία των καιρών, οι post-everythingers από το Σικάγο επανενεργοποιήθηκαν πλήρως μετά από το «διάλειμμα» των έξι ετών, με την κυκλοφορία του “Nighttime Stories” ακονίζουν τις αιχμές τους και εκτραχύνουν το περιεχόμενό τους. Από τα αιθέρια ταξίδια και την εξύμνηση της φυσικότητας, γυρίζουν πίσω στα α-λα Red Sparrowes αστικά τοπία και τη σήψη της σύγχρονης κοινωνίας, φορτωμένη ως τα μπούνια με αναισθητικούς παράγοντες και φθηνά παραπετάσματα της κενής πραγματικότητας. Απογυμνωμένοι από τις φαύλες προφάσεις και την κούραση του σημερινού αρνητισμού εκτελούν μια πολύ βαθειά τομή στην ψευδή ουσία και τον ευτελισμό του όγκου της γνώσης.
Την Παρασκευή, 11/11, στο Fuzz Live Music Club (μπορείτε να διαβάσετε ΕΔΩ το δελτίο τύπου της εκδήλωσης), οι Pelican θα μας παρουσιάσουν το καινουρίο τους άλμπουμ, με άγνωστους μέχρι στιγμής συντελεστές έναρξης της ζωντανής αυτής εμφάνισης. Μία απαραίτητη διαφυγή από τη ζοφερή καθημερινότητα, η οποία διαφαίνεται να εμπνεύσει τους συλλογισμούς μας να ορμήσουν για νέους, πιο ελπιδοφόρους ορίζοντες, πίσω από το έρβος της αβεβαιότητας.