APOCALYPTICA

Σε μια εποχή που οι συνεργασίες metal συγκροτημάτων με ορχήστρες ήταν στη μόδα, ένα σχήμα από τη Φινλανδία, κατάφερε πολύ σύντομα να απασχολήσει κοινό και κριτικούς, δίχως να φέρει ούτε μια κιθάρα στις τάξεις του.

Εν έτει 1993 οι απόφοιτοι του μουσικού πανεπιστημίου Sibelius Academy, Eicca Toppinen, Paavo Lötjönen, Max Lilja και Antero Manninen, φόρμαραν ένα κουαρτέτο το οποίο επιδίδετο σε διασκευές, με έφεση στους Metallica. Η ειδοποιός διαφορά σε σχέση με παρεμφερείς κινήσεις ήταν το ότι το group απαρτιζόταν αποκλειστικά από τσελίστες!

Οι τέσσερίς τους, έκαναν λογής  ζωντανές εμφανίσεις, αλλά ουδέποτε κυνήγησαν κάποιο δισκογραφικό συμβόλαιο, μιας και θεωρούσαν πως ένας δίσκος διασκευών με τσέλο δε θα είχε απήχηση. Αυτό άλλαξε όταν τους προσέγγισε η Mercury Records και τους έπεισε για το αντίθετο, με το πρώτο τους single, ως Apocalyptica, να βγαίνει το 1996, περιέχοντας τα χριστουγεννιάτικα “O Holy Night” και “Little Drummer Boy”, ενώ λίγο καιρό μετά ακολούθησαν τα single των “Enter Sandman” και “The Unforgiven”, δίνοντας μια πρώτη γεύση στον κόσμο από το επερχόμενο ντεμπούτο τους.

Τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς, οι Apocalyptica κυκλοφορούν το “Apocalyptica Plays Metallica by Four Cellos”, με τον τίτλο να περιγράφει με σαφήνεια το περιεχόμενο του δίσκου. Το πείραμα πέτυχε και η Mercury είχε στα χέρια της ένα project το οποίο απευθυνόταν σε ένα ευρύτερο κοινό, πέραν των ροκάδων.

Τέσσερα κομμάτια από το “Metallica”, δυο από το “Master of Puppets”, κι από ένα από τα “And Justice for All” και “Ride the Lightning”, αποδοσμένα με μια διαφορετική οπτική, της οποίας μοναδικό μειονέκτημα ήταν η (αναγκαστικά) άδεια κι απογυμνωμένη παραγωγή, που οδηγούσε σε έλλειψη όγκου.

Έχοντας κάνει ήδη την πρώτη σημαντική κίνηση, οι Apocalyptica βγάζουν το Σεπτέμβριο του 1998 (πάλι μέσω της Mercury Records) το “Inquisition Symphony”. Στο νέο δίσκο, το σχήμα, εύλογα, αποφασίζει να εμπλουτίσει το υλικό του, προσθέτοντας επανεκτελέσεις κι από άλλα group, όπως και τρεις δικές του συνθέσεις (η μια εκ των οποίων -“Harmageddon ”- προηγήθηκε του album, ως single).

Έτσι λοιπόν, η εν λόγω δουλειά εμπεριείχε τέσσερις διασκευές από Metallica (“For Whom the Bell Tolls”, “Nothing Else Matters”, “Fade to Black” και “One”), δυο από Sepultura (“Refuse/Resist” και “Inquisition Symphony”), μια από Faith No More (“From Out of Nowhere”) και μια από Pantera (“Domination”), συν άλλα τρία κομμάτια γραμμένα από τους Apocalyptica, δείχνοντας πως υπάρχει χώρος για περαιτέρω εξέλιξη.

Το 1999, αποχωρεί ο Antero Manninen, προκειμένου να γίνει full time μέλος κλασικής ορχήστρας κι αντικαθίσταται από τον Perttu Kivilaakso, με τον οποίο το group είχε συνεργαστεί και το 1995, αλλά τότε είχε αποφασίσει πως προέχει να ολοκληρώσει τις σπουδές του (στο Sibelius Academy, φυσικά).

Το τρίτο πόνημα των Apocalyptica ήρθε το 2000, με το σχήμα να έχει έντονη την ανάγκη να δείξει πως είναι κάτι παραπάνω από μια μπάντα διασκευών. Έτσι λοιπόν, στο “Cult”, συναντάται κυρίως πρωτογενές υλικό και μονάχα τρία κομμάτια θα θυμίσουν το παρελθόν του group και πιο συγκεκριμένα τα “Until It Sleeps” και “Fight Fire With Fire” (από Metallica εννοείται), όπως και το κλασσικό “Hall of the Mountain King” του Νορβηγού συνθέτη Edvard Grieg.

Στο “Cult” προστέθηκαν λογής κρουστά, όπως και μπάσο, αναδεικνύοντας το τελικό αποτέλεσμα, ενώ το κομμάτι “Path” βγήκε και σε έκδοση με φωνητικά από την Sandra Nasic των Guano Apes, διευρύνοντας ακόμη περισσότερο τους ορίζοντες της μπάντας, η οποία έκτοτε συνεργάζεται με λογής διάσημους τραγουδιστές, προσπερνώντας την ταμπέλα του instrumental, που τους είχε κολλήσει ως τότε.

Η ευρύτερη επιτυχία, οδήγησε στο “Best of Apocalyptica” του 2002, μια συλλογή ούτως ώστε να επανασυστηθεί το συγκρότημα και συνάμα να ανασυσταθεί, μιας κι ο Max Lilja αποχωρεί για να ενταχθεί στους Hevein.

Ως τρίο πλέον, αλλά με πρόσθετα guest όργανα, πλην των τσέλο, όπως βιολί, τρομπέτα, πιάνο και μπάσο και με session μέλη πίσω από τα drums τους Teijo Jasma, Sami Kuoppamaki (ex-Kingston Wall) και Dave Lombardo (ναι, τον γνωστό), οι Apocalyptica κυκλοφορούν το 2003 μέσω της Universal το “Reflections”, ένα album δίχως διασκευές (στην επανέκδοση του 2005 προστέθηκε απλά εκείνη του “Seemann” των Rammstein, το οποίο ερμηνεύει η Nina Hagen), το οποίο αποτέλεσε και το μουσικό γνώμονα για τις επόμενες δουλειές της μπάντας.

Όπως και στο “Cult”, έτσι κι εδώ, το κομμάτι “Faraway” διατίθεται και σε version με φωνητικά από τη Σουηδή pop τραγουδίστρια, Linda Sundblad, ενώ προπομπός του δίσκου ήταν το single “Somewhere Around Nothing”.

Για τον γράφοντα, το “Reflections” αποτελεί και το εν δυνάμει συνθετικό peak του συγκροτήματος, μιας κι αποτέλεσε την πρώτη του δουλειά που ξέφευγε από τα στεγανά που η ίδια η μπάντα είχε ορίσει, προσθέτοντας drums και κατ’ επέκταση τον όγκο και τον ρυθμό που έλειπε ενίοτε από τις μέχρι τότε δουλειές τους.

Ο “νέος” (τρόπον τινά) ήχος του group επισφραγίστηκε με το ομώνυμο “Apocalyptica” του 2005, με τον Mikko Siren να αναλαμβάνει μόνιμα χρέη drummer και την μπάντα να αγκαλιάζει την πιο εμπορική πλευρά της, διαθέτοντας πληθώρα από guest στα φωνητικά, συν τη συμμετοχή του Lombardo πίσω από τα τύμπανα, στο “Betrayal/Forgiveness”.

Πιο συγκεκριμένα, το single “Bittersweet” (στο οποίο τραγουδούν οι Ville Valo -των Him- και Lauri Ylonen –των The Rasmus), παίχτηκε κατά κόρον στο ραδιόφωνο, ενώ αίσθηση έκαναν και τα “Life Burns” (πάλι με τον Lauri Ylonen), “En Vie” (με την Manu, aka Emmanuelle Monet, το οποίο αποτελεί και το hidden track του δίσκου) και “How Far” (με τη Marta Jandova των Die Happy, το οποίο στην κανονική ροή είναι το instrumental “Quutamo”).

Για την ιστορία, η έκδοση στο iTunes περιείχε κι ένα medley στα “South of Heaven” και “Mandatory Suicide” των Slayer, όπως και τη διασκευή στο “My Friend of Misery” των Metallica, ενώ ο δίσκος συγκαταλέγεται στη λίστα του Rock Hard με τα “500 καλύτερα rock/metal album όλων των εποχών”.

Η εμπορική επιτυχία του “Apocalyptica”, η οποία συνοδεύτηκε με την επέτειο των δέκα χρόνων από το ντεμπούτο της μπάντας, οδήγησε στη συλλογή “Amplified – A Decade of Reinventing the Cello”, η οποία συγκέντρωσε τις πιο σημαντικές στιγμές του group σε ένα διπλό CD, έχοντας ως bonus το ακυκλοφόρητο “Repressed”, στο οποίο συμμετέχουν οι Matt Tuck (των Bullet for My Valentine) και Max Cavalera, συν μια επανεκτέλεση στο “Angel of Death” των Slayer.

Με το line-up της μπάντας να σταθεροποιείται και να ισχυροποιείται όταν ο Perttu Kivilaakso αποφάσισε να αποχωρήσει από τη Φιλαρμονική του Ελσίνκι, της οποίας ήταν μέλος -όπως κι ο πατέρας του- επιλέγοντας να ασχοληθεί αποκλειστικά με τους Apocalyptica, το σχήμα βγάζει στο Σεπτέμβριο του 2007, το έκτο του full length, “Worlds Collide”, υπό την αιγίδα της Sony.

Χαρακτηριστικό στοιχείο πλέον οι guest εμφανίσεις, οι οποίες πληθαίνουν, με τους Corey Taylor (Slipknot, Stone Sour), Till Lindermann (Rammstein), Cristina Scabbia (Lacuna Coil) Adam Gontier (Three Days Grace) να παίρνουν θέση πίσω από το μικρόφωνο, τον Mats Leven (Therion, Krux) να κάνει b-vocals, τους Tomoyasu Hotei, Phil X (νυν Bon Jovi, πρώην Triumph) και Richard Z. Kruspe (Rammstein) να προσφέρουν τις κιθαριστικές τους ικανότητες και με το συνήθη ύποπτο, Dave Lombardo να χαρίζει τους κυμβαλισμούς του στο “Last Hope”.

Αξίζει να σημειωθεί πως το φερόμενο ως “Helden” στο δίσκο, δεν είναι άλλο από το “Heroes” του David Bowie, στα γερμανικά, με τους Lindermann και Kruspe να δίνουν πλάι στους Apocalyptica τη δική τους εκδοχή στο κομμάτι, ενώ τα single “I’m Not Jesus”, “SOS” και “I Don’t Care” φρόντισαν να διατηρήσουν την επιτυχία του “Worlds Collide” για αρκετό καιρό.

Τον Ιανουάριο του 2010 η μπάντα αναλαμβάνει το soundtrack EP για το παιχνίδι MAG: S.V.E.R., τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς βγάζει το single “End of Me”, με τη συμμετοχή του Gavin Rossdale των Bush  κι επιστρέφει ουσιαστικά τον Αύγουστο με το album “7th Symphony”, με τους cello metallers να έχουν πλέον γίνει όνομα σε παγκόσμιο επίπεδο.

Στο έβδομο πόνημα των Φινλανδών συναντώνται οι Brent Smith (Shinedown), Joe Duplantier (Gojira), Lacey Sturm (Flyleaf), ο προαναφερθέν Gavin Rossdale  και φυσικά ο Dave Lombardo. Η συνταγή που έχει υιοθετηθεί από το 2005 και μετά, ακολουθείται πιστά και το σχήμα συνεχίζει ακάθεκτο την πορεία του, μιας κι εξακολουθεί να συγκινεί και κόσμο πέρα από τους metalheads, βγάζοντας συχνά-πυκνά τραγούδια του στο ραδιόφωνο.

Άξιο αναφοράς το ότι το single “Not Strong Enough” απέκτησε και δεύτερη version, με τον Doug Robb (των Hoobastank) να αναλαμβάνει τα φωνητικά (στο original βρίσκεται ο Brent Smith), ενώ για τους συλλέκτες, να σημειωθεί πως το 2011, η Spinefarm έβγαλε ένα επτάιντσο split, το οποίο από τη μια πλευρά είχε το “The Sage, the Fool, the Sinner” των Heloween (από το “7 Sinners” του 2010) κι από την άλλη το “Bring Them to Light” των Apocalyptica με τη συμμετοχή του Joe Duplantier των Gojira, το οποίο βρισκόταν μέσα στο “7th Symphony”.

Στις 5 και 6 Ιουλίου του 2013, οι Apocalyptica εμφανίστηκαν στο Leipzig Arena στη Γερμανία, στα πλαίσια της 200ης επετείου από τη γέννηση του τεράστιου Richard Wagner, παίζοντας υλικό επηρεασμένο κι εκ νέου διασκευασμένο από την πορεία του ιστορικού Γερμανού συνθέτη, σε μια απόδοση δια χειρός Eicca Toppinen, με τη συνοδεία ορχήστρας. Οι δυο sold out συναυλίες/ κονσέρτα ηχογραφήθηκαν και το Νοέμβριο του 2013 κυκλοφόρησε το “Wagner Reloaded-Live in Leipzig”, ένα κομψοτέχνημα το οποίο όμως δεν απευθυνόταν στο μέσο οπαδό του group.

Το επόμενο δισκογραφικό πόνημα της μπάντας ήρθε το 2015, με το “Shadowmaker”, στο οποίο οι Apocalyptica συνεργάζονται για πρώτη φορά με μόνιμο τραγουδιστή, αντί να φέρουν guests. Έτσι, πίσω από το μικρόφωνο βρίσκουμε τον Franky Perez, ο οποίος, πέρα από πρώην κιθαρίστας των Scars on Broadway (το group που σχημάτισαν οι Daron Malakian και John Dolmayan μετά τους System of a Down), έχει συνεργαστεί (μεταξύ άλλων) με τον Slash, τον Dave Kushner, όπως και με τους Anvil για τις ανάγκες του EP “Sons of Anarchy: North Country” (ναι, αφορά την γνωστή σειρά).

Το 2016, το ντεμπούτο του σχήματος επανακυκλοφορεί με bonus track τα “Battery”, “Nothing Else Matters” και “Seek and Destroy”, δημιουργώντας το έναυσμα για μια επετειακή περιοδεία για τη συμπλήρωση των 20 χρόνων από την έκδοσή του, στα πλαίσια της οποίας, οι Apocalyptica εμφανίστηκαν στην Αθήνα για μια συναυλία η οποία περιλάμβανε ένα εκτενές set αφιερωμένο στους Metallica (διαβάστε ΕΔΩ την ανταπόκρισή μας από εκείνη την βραδιά).



To 2018 είχε έρθει η στιγμή για μια live κυκλοφορία η οποία έγινε υπό τον τίτλο “Plays Metallica By Four Cellos – A Live Performance” στην οποία αποτυπώνεται η απόδοση των Φινλανδών επί σκηνής. Μια πολύ καλή εναλλακτική ευκαιρία για να διαπιστώσει κανείς του δίσκου το αληθές, είναι να τους παρακολουθήσει ο ίδιος από κοντά στην ζωντανή εμφάνιση που θα πραγματοποιήσουν στο Piraeus 117 Academy στις 31 Οκτωβρίου.

1261
About Στέφανος Στεφανόπουλος 1412 Articles
Γεννήθηκε την ίδια ακριβώς ημέρα με τα CD και μάλλον για αυτό ασχολείται τόσο πολύ με τη μουσική. Όταν δεν γράφει για αυτή, αγοράζει CD, και όταν δεν αγοράζει, θα τον βρείτε είτε να παριστάνει τον dj σε διάφορα μαγαζιά της Αθήνας, είτε να προσπαθεί να κατεβάσει κάποια ιδέα για διαφήμιση. Στο Rockway.gr εντάχθηκε το 2010 και κάπως, κάπου, κάποτε, βρέθηκε να κρατάει και τα κλειδιά του. Δεν συμπαθεί τους ψευτοκουλτουριάρηδες, τους ξερόλες και τη μουστάρδα. Δηλώνει εγωιστής, κυνικός και fan του Philip Dick.