THIS WINTER MACHINE

Οι πέντε μουσικοί από το Leeds του West Yorkshire, με μια σύντομη προϊστορία μόλις λίγων μηνών, τάραξαν τα νερά της neoprog σκηνής στην αυγή του 2017 με το πρώτο τους άλμπουμ, “The Man Who Never Was”. Αποσπώντας διθυραμβικές κριτικές από παντού, οι This Winter Machine έχουν ήδη δημιουργήσει τεράστιες προσδοκίες. Το Rockway.gr ανιχνεύει τις προθέσεις τους σε μια συζήτηση με τον τραγουδιστή Al Wynter.

Γεια σου Al. Η μπάντα σχηματίστηκε το 2016. Μόλις λίγους μήνες αργότερα, κυκλοφορήσατε ένα concept, λεπτομερές, πλούσιο μουσικά και στιχουργικά, βαθύ άλμπουμ. Απαιτούμε μια εξήγηση.
Λοιπόν… Είμαστε όλοι οπαδοί του progressive rock, και όλοι φέραμε υλικό στο τραπέζι. Για παράδειγμα το “The Man Who Never Was” ήταν ένα σχεδόν ολοκληρωμένο τραγούδι που γράφτηκε χρόνια πριν. Η μπάντα το τελείωσε μαζί μου. Ομοίως, το “After Tomorrow Comes” ήταν κάτι που ο Mark, ο κημπορντίστας μας το δούλευε για πολλά χρόνια. Το να γράφουμε όλοι μαζί ήρθε πολύ εύκολα: όλοι μας είχαμε ισότιμους ρόλους και κανείς δεν υπαγόρευε σε κανέναν άλλο.

Πριν από μερικά χρόνια όλοι είχαν την εντύπωση ότι ο βρετανικός μουσικός τύπος ήταν σε θέση να ελέγχει την άνοδο και την πτώση των ειδών και των πρωταγωνιστών. Πιστεύετε ότι αυτό έχει αλλάξει μέσα από την εποχή των ψηφιακών μέσων;
Νομίζω ότι η ψηφιακή εποχή είναι ταυτόχρονα ευλογία και κατάρα. Τώρα είναι πολύ πιο εύκολο να προσεγγίσεις το κατάλληλο κοινό και τα γκρουπ μπορούν να κάνουν εντύπωση από την πρώτη μέρα. Ωστόσο, η μουσική θεωρείται πια περισσότερο διαθέσιμη από ποτέ και τα streaming sites υποβιβάζουν την αξία της. Όσο για τον βρετανικό Τύπο… χέσε τους. Εξαφανίστηκαν μόνοι τους, χρόνια πριν. Υπάρχουν περισσότερα “εγώ” στην βρετανική mainstream μουσική δημοσιογραφία από όσα στις μπάντες!

Πώς θα περιγράφατε το νόημα του “The Man Who Never Was” σε κάποιον που δεν είναι εξοικειωμένος με το άλμπουμ σας;
Είναι ένα αρκετά σκοτεινό, αλλά μελωδικό ταξίδι του στη λύπη και την αλλαγή.

Ποιο είναι το κοινό έδαφος επιρροών για όλους εσάς, τέσσερα διαφορετικά πρόσωπα; Μπορείς να ονομάσεις και μπάντες.
Από συγκροτήματα θα έλεγα Rush, Porcupine Tree, Tull, Transatlantic, αλλά νομίζω ότι το κυριότερο είναι οι Marillion. Αλλά είμαστε αποφασισμένοι να έχουμε το δικό μας ήχο, αγαπάμε το είδος, αλλά θέλουμε να ακουγόμαστε σαν TWM, κι όχι σαν κάποιους άλλους.

Έχετε κάνει κάποια σχέδια και σκέψεις για το επόμενο μουσικό βήμα;
Γράφουμε ήδη το δεύτερο άλμπουμ. Είναι ένα προγραμματισμένο concept κομμάτι που θα είναι πολύ μεγαλύτερο σε διάρκεια, αλλά και πιο περίπλοκο τόσο μουσικά όσο και στιχουργικά. Έχετε το νου σας!

Πιστεύετε ότι υπάρχει ακόμη ανεξερεύνητο έδαφος στο neoprog για τους νέους καλλιτέχνες και είναι δυνατό  να κινηθείτε ανάμεσα στις προφανείς ομοιότητες που οι περισσότερες από τις μπάντες έχουν;
Χμμμ αυτό είναι μια πολύ καλή ερώτηση και δύσκολη να απαντηθεί. Νομίζω ότι το καλύτερο πράγμα για κάθε μπάντα είναι να είναι όλοι ειλικρινείς με τους εαυτούς τους και να ελπίζουν ότι η μουσική επικοινωνεί με τους ανθρώπους. Εάν σκόπιμα προσπαθούμε να είναι διαφορετική και πρωτότυπη τότε ίσως θα χάσουμε την επαφή με άλλα στοιχεία. Για μας το μόνο πράγμα που έχει σημασία είναι “μας αρέσει;”. Αν μας αρέσει, θα συνεχίσουμε με αυτό.

Αισθάνεσαι άνετα μόνο σε προσωπικά θέματα στους στίχους ή είναι πιθανό να ακούσουμε επίσης για περισσότερο σφαιρικά θέματα;
Λοιπόν, το θέμα είναι πως, αν και γράφω σε πρώτο πρόσωπο, ο άνθρωπος που τραγουδά δεν είναι πάντα “εγώ”. Κάποιες φορές είναι ένας χαρακτήρας του οποίου το ρόλο έχω πάρει. Όσο για το αν θα τραγουδήσω για θέματα λιγότερο προσωπικά, το δεύτερο άλμπουμ θα έχει περισσότερα από αυτά.

Ποια είναι η πιο περίεργη επιρροή που έχεις ,σαν μουσικός αλλά και ακροατής, πάντα σε σύγκριση με τις προφανείς σου επιδράσεις;
Υποθέτω πως η πιο περίεργη επιρροή μου είναι η μουσική για κινηματογράφο. Μου αρέσει να ακούω μουσική από κλασικές ταινίες. Επίσης ακούω αρκετό glam rock των 70’s όπως Slade και Sweet, ή αγγλική folk μουσική όπως Seth Lakeman.

Ποιο ήταν το σημείο εκκίνησης, το πρώτο έναυσμα για τη σύλληψη του “The Man Who Never Was”;
Αυτό ξεκίνησε όταν κοιτούσα μια φωτογραφία μου που οι φίλοι μου μπορούσαν να θυμηθούν πως είχε τραβηχτεί, αλλά όχι εγώ. Αυτό τελικά εξελίχθηκε στην ιστορία ενός ανθρώπου που είχε απογοητευτεί από το γεγονός πως παρά την προσπάθεια να αλλάξει τη ζωή του, οι άνθρωποι τον έβλεπαν ακόμα όπως ήταν πριν.

Ποια είναι η πιο δύσκολη απόφαση που έχετε πάρει ως μπάντα μέχρι τώρα;
Ευτυχώς, όλες οι αποφάσεις ως τώρα ήταν αρκετά εύκολες και ήρθαν απόλυτα φυσικά. Υποθέτω πως ήταν πιο δύσκολο να διαλέγουμε αν θα φάμε κάρυ ή κινέζικο!

Ποιος είναι ο πιο φιλόδοξος στόχος για τους This Winter Machine;
Εμείς απλά θέλουμε να συνεχίσουμε να κάνουμε αυτό που κάνουμε με την ελπίδα πως οι άνθρωποι το εκτιμούν. Η ανταπόκριση στο πρώτο άλμπουμ ήταν εκρηκτική και νιώθουμε απίστευτα ευλογημένοι από την υποδοχή που έλαβε, και είναι εξαιτίας της σκληρής δουλειάς και της συγκέντρωσης όλων των παιδιών της μπάντας που κατέληξε τόσο πετυχημένα. Θέλουμε επίσης να μοιραστούμε τη σκηνή με κάποιους από τους ήρωές μας, όπως οι Marillion, o Fish, o Ian Anderson, oι Porcupine Tree…

Μπορείς να μου πεις μερικά αγαπημένα σου άλμπουμ από το 2016;
Άκουσα πολύ λίγη καινούρια μουσική μέσα στο 2016. Ήμασταν πολύ αφοσιωμένοι στο δίσκο μας, αλλά νομίζω πως κάποια από αυτά που ξεχωρίζουν στη μνήμη μου είναι το “Sorceress” των Opeth, το “Folklore” από Big Big Train και το “FEAR” από Marillion.

Τέλος, γιατί ο Jevo εγκατέλειψε το συγκρότημα τόσο σύντομα μετά από ένα πετυχημένο πρώτο άλμπουμ;
Ήταν ένα μεγάλο μέρος του ήχου μας και ήμασταν περήφανοι για τη συμβολή του, αλλά ήταν φανερό  στον ίδιο, και σε μας, πως για διάφορους λόγους, δεν ήταν ο κατάλληλος για να προχωρήσει το γκρουπ. Δεν υπάρχει αρνητικό αίσθημα από την πλευρά μας και του ευχόμαστε τα καλύτερα. Ο στόχος μας είναι προς τα μπρος, όχι πίσω.

350
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…