GRAVE DIGGER: “Clash of the Gods”

Μια μεταλλική παροιμία λέει “ο λύκος και αν γέρασε και έπεσε το μαλλί του, μήτε τη γνώμη άλλαξε μήτε να κοπανάει την κεφαλή του”!

Δεν υπάρχει πιο ταιριαστό γνωμικό από αυτό (έστω και προσαρμοσμένο) για να περιγράψει την πορεία των γερόλυκων του metal σε όλα αυτά τα χρόνια.

16ο album λοιπόν και αυτή τη φορά οι Grave Digger μας κάνουν την τιμή να ασχοληθούν στιχουργικά με την αστείρευτη Ελληνική μυθολογία. Εκπλήξεις δεν υπάρχουν ούτε σε αυτό τους το πόνημα, τόσο ευχάριστες όσο όμως και δυσάρεστες. Για όσους δεν το έπιασαν, αυτό σημαίνει πως οι Γερμανοί μας χαρίζουν απλόχερα καθαρό heavy metal χωρίς φρου φρου και αρώματα, αλλά χωρίς και το κάτι παραπάνω που θα προσέθετε κάποιους παραπάνω οπαδούς ή θα έκανε λίγο πιο χαρούμενους κλασικούς τους οπαδούς, όπως ο υποφαινόμενος, που θα αρεσκόμασταν σε κάποιες φρέσκες ιδέες.

Ο αειθαλής Chris Boltendahl ακούγεται το ίδιο πορωτικός όπως ανέκαθεν, μόνο λίγο πιο κουρασμένος στα σημεία που κρατάει την φωνή του με γρυλίσματα. Μουσικά το “Clash of the Gods” ξεκινάει κάπως δυσκοίλια, με το πρώτο μισό του να είναι ιδιαίτερα ανομοιογενές σε σύγκριση με το υπόλοιπο. Μετά τα μέσα του album λοιπόν οι Grave Digger δείχνουν να ξεμαγκώνονται και να ξεκινούν να γίνονται πιο ενδιαφέροντες.

Προσωπικά δεν μου άρεσε καθόλου η εισαγωγή “Charon” με τους ήχους από ακορντεόν και τα Γερμανικά. Το βρήκα εντελώς αταίριαστο με το κλίμα που περίμενα να βρω σε μια δουλειά που από το εξώφυλλο και τους τίτλους των κομματιών σε προϊδεάζει για επικές καταστάσεις. To “God of Terror” που ακολουθεί φέρει την ηχητική σφραγίδα των Digger, σε ένα κομμάτι που απλά περιμένεις να τελειώσει να δεις τι παίζει παρακάτω, το “Helldog” δηλαδή που κι αυτό δεν με συγκίνησε ιδιαίτερα. Τέταρτο κομμάτι το “Medusa” το οποίο μου ακούγεται κάπως πιο ενδιαφέρον λόγο θέματος αλλά ο mid tempo ρυθμός που επικρατεί στο μεγαλύτερο μέρος του δεν καταφέρνει να κλείσει την κοιλιά που κάνει το album από το ξεκίνημα. Αυτό θα αρχίσει να συμβαίνει με το επόμενο, “Clash of the Gods”, το οποίο διαφοροποιείται με τα ethnic ηχοχρώματα του. Το “Death Angel and the Grave Digger” αρχίζει να ρίχνει ουσιαστικά το λάδι στην φωτιά για να σε ξεσηκώσει τελικά με τα “Walls of Sorrow”, “Warriors Revenge” και “Home at Last”. Το “Call of the Sirens” που παρεμβάλλεται εμβόλιμα στα 2 προαναφερόμενα είναι μια σύνθεση που ταλαντεύεται μεταξύ μπαλάντας και mid tempo κομματιού με ενδιαφέρουσα μελωδία στο κουπλέ αλλά αδιάφορο ρεφρέν.

Κάπως έτσι ακούγονται τα 11 κομμάτια που απαρτίζουν το “Clash of the Gods” (μαζί με το “With the Wind” που είναι στην ουσία μια μικρή εισαγωγή στο τελευταίο κομμάτι), τα περισσότερα από τα οποία είχαν την ευκαιρία να ακούσουν ζωντανά όσοι παρευρέθηκαν τέλη Αυγούστου στο Chania Rock Festival και απόλαυσαν τον Chris με τους Axel Ritt (guitars), Jens Becker (bass), Stefan Arnold (drums) και H.P.Katzenburgh (keyboards) από κοντά.

536