Οι συντάκτες του Rockway επιλέγουν τα αγαπημένα τους βιβλία για μουσικούς και την μουσική (Μέρος Β’).

Παρακάτω μπορείτε να διαβάσετε τις υπόλοιπες επιλογές των συντακτών του Rockway με τα προτεινόμενα βιβλία περί μουσικής, όπως ξεκινήσαμε να τα συγκεντρώνουμε στο Α’ μέρος (το οποίο μπορείτε να βρείτε ΕΔΩ).

Nick Blinko: “The Primal Screamer” (PM Press – 1995)



Μουσικές αυτοβιογραφίες υπάρχουν πολλές, και, μεταξύ μας πάντα, πολλές από αυτές έχουν και μια γερή δόση φαντασίας, τι γίνεται όμως όταν ο μουσικός/συγγραφέας σε προκαλεί ο ίδιος να βρεις τι είναι αλήθεια και τι όχι; Μισό αυτοβιογραφία και μισό γοτθικό ψυχολογικό θρίλερ, ο Nick Blinko, ιθύνων νους των θρυλικών punks Rudimentary Peni, στο “The Primal Screamer” φοράει το μανδύα του φανταστικού χαρακτήρα Nathaniel Snoxell και μέσω των αρχείων του ψυχιάτρου του αφηγείται την ιστορία του, την ιστορία της ψυχικής ασθένειας του και των ίδιων των Rudimentary Peni, προσφέρει ματιές στην αγγλική anarcho-punk σκηνή των 80s και την πρωτογενή θεραπεία και όλα αυτά με μια Lovecraftian οπτική και καλείται ο ίδιος ο αναγνώστης να ξεχωρίσει τι είναι αλήθεια, τι φαντασία και τι δεν γνωρίζει ο ίδιος ο Nick τι είναι. Μακριά λοιπόν όσοι θέλετε ιστορίες με rock & roll υπερβολές και αστεία από περιοδείες, το “The Primal Screamer” έχει πλοκάμια, κοφτερά δόντια και και, σε τυπική 80s punk φόρμα, μια αποστροφή για τα happy end.
[Αλέξης Δρυμιώτης]

Metallica: “…And Justice For All (Book from Deluxe Set)”



Δεν είναι ένα κατεξοχήν βιβλίο, δεν είναι κάτι συνηθισμένο, αλλά δε μπορούσα να μην αναφερθώ στο ανωτέρω ξεχωριστό κομμάτι, σε κάθε συλλογή, ιδίως δε ενός fan.

Δεν είναι χρόνος που κυκλοφόρησε και στην Ελλάδα και σαν άλλοτε συλλέκτης του οτιδήποτε είχε να κάνει με τη μπάντα (picture discs, bootlegs κ.α.), δε μπορεί παρά να αποτελεί ένα ξεχωριστό απόκτημα, όχι μόνο σαν βιβλίο, αλλά και σαν box set.

Κι όμως, τολμώ να πω, ότι και μόνο του αυτό το εξαιρετικά επιμελημένο βιβλίο, θα μπορούσε να αξίζει ποσό παραπλήσιο στο υψηλό του όλου set (Να είναι καλά δυο φανταστικοί γονείς και η αδερφή μου που μου το δώρισαν, γιατί ειδάλλως δεν..!!).  Πόσο μάλλον, όταν ανήκεις στην κατηγορία εκείνη (μειοψηφική βέβαια, αλλά γούστα είναι αυτά!), που θεωρούν τον συγκεκριμένο δίσκο ως τον καλύτερό τους (Ναι και χωρίς μπάσο!!). Γιατί για κάποιο λόγο, και όχι μόνο στο ΑΝΕΠΑΝΑΛΗΠΤΟ “To Live is to Die”, η “αύρα” του τεράστιου Cliff, σε “αγγίζει”, ίσως και με αιτία την απουσία του μπάσου.

Γυρίζοντας στα του βιβλίου, εκτός από την φοβερή ποιότητα, δε μπορείς να μην “κολλήσεις” στις αφηγήσεις πολλών εκ των συντελεστών εκείνης της παραγωγής, των “αφανών ηρώων” πίσω από τα “φώτα” της δημοσιότητας.. Ιδιόχειρες σημειώσεις, φωτογραφίες της εποχής του και γενικότερα πλούσιο φωτογραφικό υλικό, θα σε κάνουν να μην “ξεκολλάς” από τις σελίδες του.

Και ναι, θα δοθεί εμμέσως και απάντηση, όσον αφορά στην απουσία του μπάσου από το τελικό αποτέλεσμα. A “must have”, ιδίως για τους λάτρεις!!
[Σταύρος Βλάχος]

Νίκος Δρίβας: “Release The Bats…/ Return Of The Bats” (Ars Nocturna – 2012/2016)



O Nίκος Δρίβας τολμά και επιχειρεί να σταχυολογήσει ιστορικά τον μουσικό χώρο που αποκαλούμε ως  ελληνική σκοτεινή εναλλακτική σκηνή θέτοντας ως αφετηρία αυτής το 1982. Στο πόνημά του περιλαμβάνει πλούσιο φωτογραφικό υλικό, αλλά και 2 συνοδευτικά cd (ένα σε κάθε μέρος) με αντιπροσωπευτικούς ήχους και σχήματα.



Και τα 2 βιβλία κυκλοφόρησαν από την Ars Nocturna, ενώ ο ίδιος ο συγγραφέας έχει δηλώσει (σε αδημοσίευτη, ακόμη, βιντεοσυνέντευξη που μου παραχώρησε πρόσφατα) πως ετοιμάζει παράλληλα την συνέχεια της σειράς σε ένα τρίτο βιβλίο που θα εκτείνεται χρονικά πέρα από το 2016 που σταματά το “Release Of The Bats”.
[Γιάννης Φράγκος]

Waylon Jennings: “Waylon: An Autobiography” (Warner Books – 1996)



Αφορμή για να διαβάσω την αυτοβιογραφία Waylon Jennings, στάθηκε η ιδιαίτερη μνεία που γίνεται από τον Johnny Cash στη δική του αυτοβιογραφία, προς το μεγάλο αυτό country – rock τραγουδοποιό και τη μεταξύ τους σχέση. Παρόλο που δεν είχα εντρυφήσει στην country τόσο (όσο στα blues), διαβάζοντας το “Waylon” απέκτησα μια άλλη εικόνα για αυτό το χώρο που έχει προσφέρει τα μέγιστα στη διαμόρφωση των σύγχρονων μουσικών ειδών και συνεπώς έχει επηρεάσει αναρίθμητους καλλιτέχνες.

Είναι από τις περιπτώσεις ανθρώπων που λες ότι “η ζωή τους είναι για βιβλίο”. Από τα φτωχά και γεμάτα στερήσεις παιδικά χρόνια, την αναγνώριση από τον Buddy Holy στα 16 του, τη δική του εκδοχή για το αεροπορικό δυστύχημα με το Buddy Holly, τον J. P. “The Big Bopper” Richardson και το Ritchie Valens, μέχρι την περίοδο της μεγάλης φήμης και την εκτεταμένη χρήση ναρκωτικών. Η ροή κυλά με τόσο ιδιαίτερο τρόπο που από τη μία έχουμε την αίσθηση ότι γράφτηκε μ’ ένα Bourbon ανά χείρας σ’ αμερικάνικο μπαρ του νότου, ενώ άλλες στιγμές σ’ ένα φθηνό μοτέλ σε στιγμές απόγνωσης. Δυνατό και ειλικρινές αυτοβιογραφικό αφήγημα.
[Παναγιώτης Σπυρόπουλος]

Deborah Curtis: “Ίαν Κέρτις και Joy Division- Αγγίζοντας από απόσταση” (Νέα Σύνορα, Α. Α. Λιβάνη – 1996)



Γραμμένη από τον άνθρωπο που μπορεί να ισχυριστεί πως είχε βιώσει πολλές από τις άγνωστες, δύσκολες πτυχές των μεταπτώσεών του, η βιογραφία του επιδραστικού Ian Curtis, μέσα από τους αισθητήρες της γυναίκας του, επιχειρεί να αντιμετωπίσει αναπάντητα ερωτηματικά στην τραγική ιστορία του. Ξεκινώντας από την υπογραφή της το 1992 για τη διαχείριση της “Factory Communications” από την London Records, με την αίσθηση της αποδέσμευσης από το παρελθόν και της οριστικής ανάπαυσης του πνεύματος του Curtis, επιστρέφει στην εφηβεία του και τη σταδιακή διαδρομή του ως την αυτοκτονία, την παραμονή της αναχώρησης για την αμερικάνικη περιοδεία των Joy Division. Πέρα από την αναμενόμενα στρογγυλοποιημένη, λογοτεχνική υφή των αναμνήσεων της Deborah, τα περιστατικά και η αντανάκλασή τους συνεχίζουν να διατηρούν έντονα την γκρίζα εντύπωση ενός μοναχικού και μοναδικού, καταραμένου πλάσματος. Κυκλοφόρησε στη χώρα μας το 1996, μεταφρασμένο από το πρωτότυπο από τις εκδόσεις «Νέα Σύνορα»- Α. Α. Λιβάνη.
[Γιώργος Γεωργίου]

Lol Tolhurst: “Cured: The Tale Of The Two Imaginary Boys” (DA Capo press – 2016)



Μια φιλία χρόνων όπου καταλήγει στον σχηματισμό ενός σπουδαίου συγκροτήματος όπως είναι οι  CURE και με album που έχουν επιδράσει καταλυτικά στην σκοτεινή μουσική σκηνή ,όπως είναι το “Pornography” ή το “Three Imaginary Boys”.
Δυο από τους πρώτους πανκ σε μια συντηρητική Αγγλία, όπου ζουν στο περιθώριο από την αρχή ο Lol Tolhurst και ο Robert Smith, δημιούργησαν μια σχέση, που πέρασε από πολλά στάδια, αλλά πάντα η βάση ήταν η κοινή τους αγάπη για την μουσική.

Πειραματίστηκαν από το πρωτόλειο πανκ του Λονδίνου μέχρι τον David Bowie και την εκδοση του “Berlin Trilogy.” Όλα τα παραπάνω έπαιξαν σημαντικό ρολό στην διαμόρφωση του ήχου των CURE, που απολαμβάνουμε έως και τις ημέρες μας, μέσα από το πρίσμα του Lol Tolhurst  ,ντράμερ και πλήκτρα των CURE από το 1975-1989, έχουμε την απεικόνιση των πρώτων ημερών του Robert Smith, του αινιγματικού και ασυμβίβαστου τραγουδιστή ο οποίος κατόρθωσε να ξεδιπλώσει το απαράμιλλο ταλέντο του εκτοξεύοντας το συγκρότημα των CURE  σε παγκόσμια κλίμακα.

Παρόλα αυτά πάντα δίπλα του υπήρχε μια ακόμη σκοτεινή παρουσία όπου ακολουθούσε και ταυτόχρονα πάλευε με τους προσωπικούς του δαίμονες, με προβλήματα αλκοολισμού που παραλίγο να του στοιχήσουν την ίδια του την ζωή. Ο Lol Tolhurst είναι και ο ίδιος παρόν στην γέννηση και την εξέλιξη των CURE, δίνοντας την δική του οπτική σαν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων, μέλος μιας απίστευτης ιστορίας και μιας αυτοβιογραφικής καταστροφής.
[Γιώργος Μακρής]

Neidel B. Ira: “Leonard Cohen – Η Βιογραφία” (ΚΟΑΝ – 2008)



O Leonard Cohen είναι ένας σύγχρονος καταραμένος ποιητής. Τέτοιος ήταν πάντα και το βιβλίο εστιάζει αρκετά στην ποιητική του φύση που τον οδήγησε στο να γίνει ένας από τους μεγαλύτερους τροβαδούρους του 20ου αιώνα. Η ελληνική του έκδοση έχει μία έξτρα μουσική αξία, αφού η μετάφραση είναι του Πάνου Τομαρά (Honeydive, The Earthbound κτλ.), ενώ την επιμέλεια έχει αναλάβει ο Αλέξης Καλοφωλιάς (The Last Drive).
[Δημήτρης Μαρσέλος]

Eric Clayton: “The Collective Journals 1997-2009” (Paradox Publications – 2010)



Αυτή εδώ η περίπτωση δεν είναι για όλους τους αναγνώστες. Αν δεν είσαι φίλος της μουσικής των Saviour Machine και δεν έχεις ιδέα για την πορεία του Eric Clayton, πιθανότατα το βρεις και αδιάφορο. Αν από την άλλη πλευρά ανήκεις σε εκείνους που αναγνωρίζουν το καλλιτεχνικό ανάστημα και την σπουδαιότητα του σχήματος αλλά και του ανθρώπου, τότε στις 328 σελίδες του σκληρόδετου αυτό τόμου με το μαύρο φόντο και την ασημένια επιγραφή, θα ανακαλύψεις τον κόσμο του Clayton, όχι τόσο όσο ίσως να είχες φανταστεί, σίγουρα όχι τόσο εύκολο όσο περίμενες. Στο ενδιάμεσο υπάρχει ένα 24σέλιδο ένθετο με έγχρωμο artwork και  φωτογραφικό υλικό.

Όπως μαρτυρά και ο τίτλος, η κάλυψη των γεγονότων αφορά την χρονική περίοδο από το 1997 μέχρι και το 2009 και είναι γραμμένα ακριβώς όπως σε ένα ημερολόγιο, πιθανά στην μορφή που και ο Eric τα κατέγραφε. Σε πολύ πρόσφατη και αδημοσίευτη ακόμη βιντεοσυνέντευξη που μου παραχώρησε, αποκάλυψε πως θα ακολουθήσει πιθανότητα και η συνέχεια με τα γεγονότα από το 2009 που σταματά το βιβλίο μέχρι και τις μέρες μας. Ένα πολύ ιδιαίτερο βιβλίο που μας δίνει πρόσβαση στην ακτινογραφία της ζωής του Clayton, του καλλιτέχνη που κατάφερε να ενώσει οπαδούς από ετερόκλητα μουσικά είδη, του ανθρώπου που μέσου των στίχων του κατάφερε να βάλει το όνομα του Ιησού Χριστού στα στόματα χιλιάδων ανθρώπων σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης.
[Γιάννης Φράγκος]

Norman Philip: “Mick Jagger” (Ψυχογιός – 2012)



Mick Jagger.  Ένας από τους μεγαλύτερους frontman στην ιστορία της rock μουσικής και μια μουσική ιδιοφυία. Χορταστικό βιβλίο, όπου έχει σχεδόν τα πάντα. Πως δημιούργήθηκαν οι θρυλικοί Rolling Stones, πως τους επηρέασε η Blues σκηνή, πόσο επαγγελματίες στάθηκαν όταν έπρεπε να πάρουν αποφάσεις για το συγκρότημα σε σχέση με τη χαώδη ζωή που έκαναν και ότι άλλο θέλουμε να ξέρουμε για τη μεγάλη καριέρα τους. Φυσικά σκιαγραφείτε η προσωπικότητα του Mick Jagger, μαθαίνουμε λεπτομέρειες για τη μεγάλη αγάπη του με τη Marianne Faithfull αλλά και τις σχέσεις του με δεκάδες άλλες γυναίκες και επίσης για τη προσπάθεια του Mick να κάνει και κινηματογραφική καριέρα. Σίγουρα από τις καλύτερες βιογραφίες που έχω διαβάσει.
[Πελοπίδας Χελάς]

Γιώργος Αναγνωστόπουλος: ‘’Παγκόσμιος Θόρυβος- 50 Χρόνια Heavy Metal” (Δίαυλος – 2017)



Γνωρίζοντας το γνωμικό ‘’Η αρχή είναι το ήμισυ του παντός”, το βιβλίο του Γιώργου Αναγνωστόπουλου αποτελεί την αρχή της έντυπης αναφοράς στο heavy metal όσον αφορά στην Ελλάδα. Ένα βιβλίο, που βασίστηκε στο γεγονός ότι η ακραία αυτή μουσική συμπληρώνει μισό αιώνα ζωής και μέσα από 50 γεγονότα που σημάδεψαν λίγο ή πολύ τον ακραίο ήχο προσπαθεί να μας μεταφέρει μέσα από την οπτική γωνία του συγγραφέα τα έργα και τις ημέρες του metal. Εντυπωσιακά είναι, τα 50 σχέδια που θα βρείτε μέσα στο βιβλίο σχεδιασμένα κουκίδα κουκίδα με dot drawing. Ακόμη ένα σημαντικό στοιχείο, είναι ότι όλα μα όλα τα γεγονότα αποκτούν την ίδια αξία είτε πρόκειται για αστείο είτε για απόλυτα σημαντικό. Τέλος, μέσα θα βρείτε πολλά μικρά πραγματάκια, λεπτομέρειες που μάλλον είναι άγνωστες για πολλούς όμως είναι αληθινές ιστορίες που ο καθείς θα ήθελε να γνωρίζει για τη μουσική που αγαπάει.
[Άγγελος Χόντζιας]

Johnny Cash: “Cash: The Autobiography” (HarperOne – 1997)



Οι “σωστές” αυτοβιογραφίες θα έπρεπε να είναι ένα είδος ψυχανάλυσης, μια συνεδρία ενός ατόμου με τον ίδιο του τον εαυτό σε ρόλο ψυχοθεραπευτή. Στις περισσότερες των περιπτώσεων ερχόμαστε αντιμέτωποι με την επιτομή της ματαιοδοξίας και του ναρκισσισμού, σ’ άλλες με την ανάλαφρη εξιστόρηση γεγονότων και περιπετειών ενός δημοσίου προσώπου με τροφή για τα mass media και σίγουρα με κύριο στόχο τις πωλήσεις.

Στην περίπτωση της αυτοβιογραφίας του Johnny Cash, όμως, έχουμε να κάνουμε με την αφήγηση της ζωής ενός θρύλου της μουσικής, υπό τον πρίσμα μιας ειλικρινούς εξομολόγησης προς το κοινό του. Ένας βαθιά θρησκευόμενος άνθρωπος, ένας αθεράπευτα ερωτευμένος τύπος, ένας μοναδικός καλλιτέχνης κατακλεισμένος από πάθη και δαίμονες, δε θα μπορούσε καλύτερα από τον ίδιο να εξιστορήσει το βίο του. Χωρίς φτιασίδια και στρογγυλέματα στο λόγο του, σκιαγραφεί άλλοτε με ωμότητα και άλλοτε με γλαφυρότητα μια προσωπικότητα “larger than life”, τον “άνδρα με τα μαύρα” που ακροβατούσε ανάμεσα στα τέρατα της ψυχής του και τις ηθικές του αξίες. Για όποιον ενδιαφέρεται για τη ζωή του Cash σίγουρα δε θα πρέπει να μείνει σ’ αυτό το βιβλίο, αλλά αυτό θα πρέπει αυτό να είναι το εφαλτήριο.
[Παναγιώτης Σπυρόπουλος]

Slash, Bozza Antony: “Slash” (Ψυχογιός – 2013)



Ένας από τους μεγαλύτερους σύγχρονους κιθαρίστες της εποχής μας σε αυτό το βιβλίο μιλάει για τη ζωή του και μέσα στις 500 περίπου σελίδες της βιογραφίας θα μάθει  ο αναγνώστης χρήσιμές πληροφορίες για τη ζωή του slash κυρίως πριν γίνει γνωστός με τους Guns n Roses. Επίσης η βιογραφία επικεντρώνεται στη ζωή του Slash τη δεκαετία του 80 στο Los Angeles και πως επιβίωσε από το τρίπτυχο Sex,drugs and Rock n Roll, πως δημιουργήθηκαν οι Guns N’ Roses και θα μάθει και για τις πρώτες διενέξεις μεταξύ Slash και του Axle Rose. Πρέπει να διαβαστεί οπωσδήποτε από τους φίλους των Guns N’ Roses.
[Πελοπίδας Χελάς]

Άγγελος Γεωργιόπουλος: “665 ημέρες και μια… ζωή Metal” (ΚΨΜ – 2017)



Δεν είναι απαραίτητο να συμφωνείς με όλα τα πιστεύω του συγγραφέα για να απολαύσεις τούτο εδώ το βιβλίο έκτασης 700 και πλέον, σελίδων. Αρκεί να σου αρέσει το heavy metal. Παρά τον όγκο του, διαβάζεται γρήγορα και αναμφισβήτητα περιέχει ιντριγκαδόρικες πληροφορίες και βγάζει στην επιφάνεια ενδιαφέρουσες πτυχές της μουσικής αυτής, όχι μόνο με το βλέμα στραμμένο στην καλλιτεχνική υπόσταση των πραγμάτων, αλλά θίγοντας και κοινωνιολογικές προεκτάσεις.

Αυτό που λατρεύω περισσότερο στις σελίδες του “665 ημέρες…” είναι αυτό το έντονο άρωμα μιας άλλης εποχής που αποπνέει και που πολύ φοβάμαι πως δεν θα επιστρέψει ποτέ, είτε επειδή οι καιροί άλλαξαν και “εκείνη” την έκανε ανεπιστρεπτί, είτε επειδή εμείς μεγαλώσαμε και χάσαμε την φαντασία, την ευαισθησία και την ικανότητα να αντιλαμβανόμαστε διαφορετικά πράγματα και καταστάσεις…
[Γιάννης Φράγκος]

Joe Berlinger & Greg Milner: “Metallica: Το Τέρας Ζει” (Platypus – 2006)



Η παραδοχή είναι πως για πολλούς (ανάμεσά τους και ο γράφοντας) οι Metallica, για διάφορους λόγους, είναι η μεγαλύτερη metal μπάντα όλων των εποχών. Βγάζουν άλμπουμ; “Εισρέουν” οπαδοί. Κάνουν live; “Εισρέουν οπαδοί”. Τα βάζουν με τους οπαδούς στη γνωστή πλέον ιστορία με το Napster; “Εισρέουν άλλοι οπαδοί”. Γενικά ένας φεύγει, δέκα έρχονται είναι όλη η δουλειά. Και κατά γενική ομολογία, η παραμικρή τους κίνηση βρίσκεται “κάτω” από το μικροσκόπιο του κόσμου και της μουσικής βιομηχανίας.

Όταν λοιπόν είσαι ένα τέτοιο μέγεθος, αναπόφευκτα θα υπάρξουν και τρωτά σημεία πίσω από την καλογυαλισμένη και φαινομενικά άθραυστη “βιτρίνα”. Αυτά τα τρωτά σημεία έβγαλε στη φόρα το ντοκιμαντέρ του Joe Berlinger  “Some Kind Of Monster” (2004) όπου βλέπουμε όχι τους κραταιούς Metallica που γνωρίσαμε, αλλά ένα “απογυμνωμένο” γκρουπ ανθρώπων στη διάρκεια των ηχογραφήσεων του “St. Anger”. Με τη φυγή του Jason Newsted να είναι ακόμα νωπή, τον James Hetfield να “παλεύει” με τον αλκοολισμό και τη μπάντα να καταφεύγει σε ομαδική ψυχολογική υποστήριξη (γελάει ο κόσμος αλλά…), στην ταινία παρουσιάζεται η “σύγκρουση” προσωπικοτήτων και η παραλίγο διάλυση των Metallica.

Ακόμη περισσότερο το βιβλίο των Berlinger / Milner (σε μετάφραση Ανδρέα Μιαούλη), μέσα από χιλιάδες ώρες καταγραφής οπτικοακουστικού υλικού, παρουσιάζει πολλά περισσότερα από όσα μπορούν να αποτυπωθούν σε ένα φιλμ διάρκειας δύο ωρών. Ιστορίες και διάλογοι πίσω από τις κάμερες, “συγκρούσεις”, αβεβαιότητα, “κάθαρση” και τελικά θρίαμβος στην προσπάθεια των Metallica να “επιβιώσουν”. Ο συγγραφέας, όντας παρών στις πολύωρες ψυχοθεραπευτικές συνεδρίες της μπάντας, αποτυπώνει ρεαλιστικά τα γεγονότα και προσφέρει μια διεισδυτική ματιά στους Metallica ως ανθρώπους και όχι ως ροκ είδωλα. Παρακολουθείς πχ τον ίδιο Hetfield που ρεύεται και φτύνει επί σκηνής, να “σκάει” σα χύτρα ταχύτητος που της έχει χαλάσει η βαλβίδα. Διαβάζεις τους διαλόγους ανάμεσα στους πρωταγωνιστές και μειδιώντας ίσως σκεφτείς ότι εδώ “Houston we’ve got problem”. Καταλαβαίνεις επί της ουσίας πόσο ευάλωτοι είναι οι χαρακτήρες, σε αντίθεση με την “γρανιτένια” προσωπικότητα που παρουσιάζουν προς τα έξω.

Πρόκειται για το αναλυτικότερο ίσως ψυχολογικό προφίλ που έχει γραφτεί για οποιοδήποτε συγκρότημα. Δεν είναι βιογραφία αλλά μια τελείως διαφορετική προσέγγιση στους “βάλτους” πίσω από το rock star-ιλίκι. Μπορεί σε μερικούς να φαντάζει αστείο έως γελοίο, αλλά ας αναλογιστούν πόσα συγκροτήματα έχουν “εκτεθεί” κατά αυτόν τον τρόπο σε ανάλογη κλίμακα. Και μην ακούσω “Οι άλλοι δεν έχουν τέτοια θέματα”. Όλοι σχεδόν οι καλλιτέχνες αντίστοιχου βεληνεκούς αντιμετωπίζουν παρόμοιους “δαίμονες”. Ακόμα και εσύ και εγώ που “σέρνουμε” διαφορετικά κάρα, μπορεί να έχουμε τα θεματάκια μας. “Ακόμα και οι καουμπόισσες μελαγχολούν” όπως έχει γράψει και ο μεγάλος Tom Robbins. Δε γράφω αυτά για να πω πως χρίζουμε ψυχανάλυσης, αλλά για να τονίσω το γεγονός της “ευρείας έκθεσης” των Metallica και της δυνατότητας που δίνεται μέσω του βιβλίου να “διεισδύσουμε” στην ψυχοσύνθεση των πρωταγωνιστών. Εξυπακούεται πως είναι must have για τους φανατικούς αλλά και καλό θα ήταν να have οι λιγότερο αρέσκοντες του “τέρατος” που λέγεται Metallica.
[Νίκος Κορέτσης]

786