Αυστραλοί οι Unitopia, και εκτός των Voyager ομολογώ ότι δε γνωρίζω άλλο γκρουπ που να παίζει κάτι σε progressive από εκεί μακριά.
Παιδί της άνοιξης του prog στα τέλη του αιώνα και στην αρχή της δεκαετίας του 2000 και αυτοί, άνοιξης που σηματοδότησε την αναβίωση της ‘70s αισθητικής σε Ευρώπη και Αμερική αλλά πάτησε και στη δεκαετία του ‘80 και τις πιο συμβατικές συνθέσεις. Τα δύο σταθερά μέλη της μπάντας ήταν οι Mark Trueack στα φωνητικά και ο Sean Timms κυρίως σε πλήκτρα αλλά και κιθάρες. Από την ίδρυση της στα τέλη του ‘90 ως τη διάλυση μετά το 2014, η μπάντα έχει δώσει τρία στούντιο άλμπουμ και κάποιες συμπληρωματικές κυκλοφορίες. Το εν λόγω άλμπουμ είναι το ντεμπούτο τους από το 2005 και αυτή εδώ, η φουσκωμένη έκδοση των τριών CD είναι η τρίτη επανέκδοση, αφού το άλμπουμ επανεκδόθηκε το 2006 άλλη μια φορά.
Μουσικά περιγράφεται ως ένα ευχάριστο μείγμα της ανάλαφρης world music προσέγγισης του Peter Gabriel στα πράγματα (βλέπε So, Us), του ύφους των Flower Kings, άντε ίσως και Spocks Βeard (χωρίς όμως την αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι τους…), αλλά και πιο λυρικών σχημάτων, από τους Tangent έως πιο νέο-prog γκρουπ σαν τους Pendragon ή IQ. Φυσικά και δε λείπουν και οι απευθείας αναφορές στους Genesis, όλων των δεκαετιών. Αυτό που κυρίως διαφοροποιεί τον ήχο των Unitopia από τα γκρουπ της εποχής είναι μάλλον οι επιρροές από world music, ή πιο σωστά από το είδος αυτό περασμένο από το πρίσμα του Gabriel και όπως το εισήγαγε στο μουσικό του σύμπαν. Η αναφορά στον Gabriel ισχύει πλήρως και για τα φωνητικά, που συνολικά στο δίσκο κάνουν τη δουλειά τους τίμια, αλλά μάλλον επίπεδα.
Οι συνθέσεις είναι καλές και βασισμένες στη μελωδία, με αρκετή δόση ανεμελιάς και σαφώς λιγότερο φλυαρίας. Υπάρχει πλούτος ιδεών και ο δίσκος ακούγεται αρκετά ευχάριστα. Για κάποιο λόγο θα τον χαρακτήριζα “καλοκάγαθο”. Θες τα positive vibes με στίχους όπως του Take Good Care (of this world), θες τα απλά θεματάκια με ελάχιστα σόλο, κάτι εκπέμπει αθωότητα.
Όσον αφορά την επανέκδοση, εκτός του remastered πρωτοτύπου υπάρχουν άλλα 2 δισκία με εναλλακτικές εκτελέσεις, remix (κάποια χωρίς λόγο ύπαρξης), ακυκλοφόρητα καθώς και ένα καινούριο κομμάτι ηχογραφημένο επ’ ευκαιρία της επανέκδοσης, που κινείται σε λίγο πιο σκληρά/τεχνικά μονοπάτια, το όμορφο The Dream Complete που συμπληρώνει τον τίτλο της κυκλοφορίας. Επίσης, ο Ed Unitsky που έχει επιμεληθεί πολλά artwork του χώρου, βάζει το χεράκι του και συνεισφέρει στο αναβαθμισμένο συνολικό πακέτο.
Η κρίσιμη ερώτηση είναι αν η κριτική πρέπει να γίνει με βάση το αυθεντικό προϊόν του 2005 ή με βάση την επανέκδοση και το έξτρα υλικό. Και εδώ η σκληρή λογική λέει ότι ένας δίσκος δε μεταμορφώνεται από το μαγικό ραβδάκι του πολλαπλασιασμού των CD. Η μουσική πυκνότητα θα ήταν κατά πολύ αυξημένη εάν η επανέκδοση απλώς έδινε τα λίγα ακυκλοφόρητα και τη νέα σύνθεση. Πάντως για οπαδούς του ιδιώματος, αξίζει να κάνετε ένα ταξίδι στον χώρο και τον χρόνο και να ανακαλύψετε τους Αυστραλούς, από την παρθενική τους (επανα)κυκλοφορία, όπως και εγώ, εφόσον μου είχαν ξεφύγει τόσα χρόνια από το ραντάρ.
566