DEFROSTED: “Hourglass”

Το κουαρτέτο δημιουργήθηκε το 2014 και αποτελείται από πρώην μέλη των (εδώ και καιρό διαλυμένων) Censored Sound, My Turn και ANFO και, προφανώς, το μήλο κάτω από τη μηλιά θα πέσει.

Συνεπώς, ως γνήσιοι εκπρόσωποι  της εργατικής τάξης, οι τέσσερις τούτοι Αθηναίοι δε θα μπορούσαν να παίζουν κάτι άλλο από punk/hardcore .

Μετά από το ομώνυμο demo EP του 2015, η μπάντα κυκλοφόρησε τον Ιούλιο του 2017 ένα DIY mini-LP με τίτλο “The Hourglass”, το οποίο είναι, ως επί το πλείστον, στηριγμένο στο προαναφερθέν EP. Ο ήχος προσεγγίζει το hardcore της Ανατολικής Ακτής και δη αυτόν της αμερικανικής πρωτεύουσας και της θρυλικής Dischord και των συγγενών της.

Συγκεκριμένα, οι Defrosted θέτουν ως παρανομαστή τους Dag Nasty και τους Minor Threat, χωρίς να παραγκωνίσουν μπάντες όπως οι Bad Brains, Adolescents, Circle Jerks. Η προσέγγιση είναι σαφώς πιο μελωδική σε σχέση με την εφηβική μανία των ανωτέρω συγκροτημάτων, αλλά ο αντίκτυπος είναι πάνω- κάτω ο ίδιος και σίγουρα η μπάντα δείχνει από τα πρώτα ήδη δευτερόλεπτα τι θέλει να πετύχει.

Κι ενώ η αθηναϊκή σκηνή βρίθει από punk/hc μπάντες, σε διάφορα μεγέθη και χρώματα, οι Defrosted ποντάρουν περισσότερο στον παραδοσιακό ήχο της πάλαι ποτέ κραταιάς αμερικάνικης hc σκηνής της δεκαετίας του ‘80, γυαλίζοντας  τον ήχο τους, σε σχέση με το EP τους, καταφεύγοντας σε πειραματισμούς στα κομμάτια τους που, περιέργως, ξεπερνούν συχνά το ψυχολογικό φράγμα των δύο λεπτών.

Τραγουδάκια όπως το γκαζωμένο “Trust” και το συγκοπτόμενο “Not A Game” αποτελούν πολύ θετικά δείγματα γραφής, χωρίς να σημαίνει ότι τα υπόλοιπα τραγούδια είναι άσχημα. Σε άλλο σημείο, το εισαγωγικό σόλο του αμιγώς καλιφορνέζικου punk “Final Breath” είναι πιο ευδιάκριτο στην demo εκδοχή του και γενικότερα υπάρχουν λαθάκια στις ηχογραφήσεις, αλλά ακόμη και κάτι τσαπατσούλικο είναι αποδεκτό στα πλαίσια της ειλικρινέστατης στάσης της μπάντας.

Η μπάσα φωνή του frontman, Δημήτρη, είναι σε καλό δρόμο σε γενικές γραμμές και με λίγη δουλειά στην προφορά θα πάει καλύτερα, ενώ αξιοσημείωτες είναι και οι υπόλοιπες φωνές της μπάντας, με φωτεινότερο παράδειγμα το εισαγωγικό “Questions”.

Εν κατακλείδι, μία τίμια παρθενική κυκλοφορία που αφήνει περιθώρια βελτίωσης σε  βάθος χρόνου. Ενδείκνυται για οπαδούς του συγκεκριμένου ήχου.

690